Στις 25 Ιανουαρίου 2018 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ, γνωστό ως Δικαστήριο του Στρασβούργου) καταδίκασε την Ελλάδα -στην υπόθεση Σιδηρόπουλος και Παπακώστας κατά Ελλάδας– για βασανισμό δύο κρατουμένων με ηλεκτροσόκ από αστυνομικό υπάλληλο στο τμήμα Ασπροπύργου. Η απόφαση καταδίκασε τη χώρα και για παραβίαση του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης που υπήρξαν στην εν λόγω υπόθεση από τα ποινικά δικαστήρια.
Το καλοκαίρι του 2002 δύο έλληνες πολίτες, ο Γιάννης Παπακώστας και ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα Ασπροπύργου, όπου κατά τη διάρκεια της κράτησής τους ο αστυνομικός Χρήστος Ευθυμίου τους άσκησε παράνομη βία και τους έκανε με μια συσκευή ηλεκτροσόκ.
Τον Δεκέμβριο του 2011, μετά από πολυετή δικαστικό αγώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου έγιναν, σύμφωνα με τα θύματα βασανισμού, προσπάθειες συγκάλυψης της υπόθεσης, ο αστυνομικός καταδικάστηκε για βασανιστήρια σε βαθμό κακουργήματος κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενώ τον Φεβρουάριο του 2014 το Εφετείο επικύρωσε την ενοχή του, επιβάλλοντάς του ποινή φυλάκισης πέντε ετών. Ωστόσο, παρά τη σοβαρότητα και την ιδιαίτερη απαξία της κακουργηματικής πράξης, η ελληνική δικαιοσύνη κατέστησε την ποινή εξαγοράσιμη, προβλέποντας επιβολή προστίμου πέντε ευρώ ανά εξαγοράσιμη μέρα φυλάκισης.
Είναι αξιοσημείωτο ότι παράλληλα με την ποινική δίκη, οι αστυνομικές Αρχές προχώρησαν και σε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) για να εξεταστούν τυχόν πειθαρχικές ευθύνες του Χρήστου Ευθυμίου. Ωστόσο, η ΕΔΕ ολοκληρώθηκε προτού κριθεί η υπόθεση από τα ποινικά δικαστήρια, ενώ σύμφωνα με το πόρισμά της, το βράδυ των βασανιστηρίων ο αστυνομικός δεν έκανε χρήση συσκευής ηλεκτροσόκ, αλλά απλώς κατείχε ασύρματο χωρίς άδεια, για τον οποίο τιμωρήθηκε με πρόστιμο ύψους 100 ευρώ. Το πόρισμα της ΕΔΕ ήρθε σε αντίθεση με την απόφαση της ποινικής δικαιοσύνης, που είπε ότι ο αστυνομικός κρατούσε συσκευή ηλεκτροσόκ. Μάλιστα, εκτός από το να τον απαλλάξουν από κάθε πειθαρχική ευθύνη, οι αστυνομικές Αρχές επέτρεψαν την τιμητική αποστρατεία του αστυνομικού με προαγωγή, προτού ολοκληρωθεί η κατ’ έφεση δίκη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει ξανά ΕΔΕ, μετά την τελεσίδικη καταδίκη του, η οποία ενδέχεται να οδηγούσε τον αστυνομικό σε απόταξη, αντί τιμητικής αποστρατείας.
Η υπόθεση έφτασε στο ΕΔΔΑ μετά από προσφυγή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ). Το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα, σημειώνοντας «σε ό,τι αφορά την ποινή, δεν λήφθηκε υπόψη [σ.σ.: από τα ελληνικά δικαστήρια] το γεγονός ότι ο κ. Σιδηρόπουλος ήταν ανήλικος κατά τον χρόνο του εγκλήματος».
Ωστόσο, το ευρωπαϊκό δικαστήριο σημείωσε ότι η επιεικής ποινή που επιβλήθηκε «δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ικανή να αποτρέψει τον δράστη ή άλλο όργανο του κράτους από το διαπράξει ανάλογες προσβολές, ούτε μπορεί να θεωρηθεί δίκαιη από τα θύματα, πόσο μάλλον που οι πράξεις χαρακτηρίστηκαν ως βασανιστήρια. Σε αντίθεση με αυτά, ο σκοπός του εσωτερικού δικαίου στην τιμωρία των βασανιστηρίων που διαπράττονται από όργανα του κράτους είναι να εξασφαλίσει υψηλή προστασία των ατόμων, ειδικά στις περιπτώσεις κατά τις οποίες βρίσκονται υπό την επιτήρηση του κράτους, και να πάρει αποτελεσματικά μέτρα, για να τιμωρήσει και να προλάβει κακομεταχειρίσεις από όργανα του κράτους», σημείωσε το δικαστήριο, που έφτασε στο συμπέρασμα ότι «η επιείκεια της ποινής που επιβλήθηκε στον αστυνομικό Χ[ρήστο] Ε[υθυμίου] είναι αναμφίβολα δυσανάλογη σε σχέση με τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι κύριοι Σιδηρόπουλος και Παπακώστας».
Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, το γεγονός ότι η ΕΔΕ απλώς επέβαλε στον Χρήστο Ευθυμίου πρόστιμο 100 ευρώ για παράνομη κατοχή ασυρμάτου, την ώρα που η ποινική δικαιοσύνη απεφάνθη ότι κρατούσε συσκευή ηλεκτροσόκ είχε ως αποτέλεσμα ο αστυνομικός να «μην υποστεί ποτέ τις συνέπειες των πράξεών του ως αστυνομικός, αφού είχε εθελούσια αποχωρήσει από την Αστυνομία, έχοντας μάλιστα υπηρετήσει για οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά τις πράξεις του. Εξαιτίας της διάρκειας της ποινικής διαδικασίας, ήταν αδύνατο να συνεχιστεί η πειθαρχική διαδικασία, αφού ο Χ[ρήστος] Ε[υθυμίου] είχε αποχωρήσει στο μεταξύ, έχοντας μάλιστα λάβει προαγωγή, με ό,τι αυτή σημαίνει ηθικά και οικονομικά».
Με βάση τα παραπάνω, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ελλάδα παραβίασε τρία άρθρα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Πρώτον, παραβιάστηκε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο απαγορεύει τα βασανιστήρια προβλέποντας ότι «ουδείς επιτρέπεται να υποβληθή εις βασάνους ούτε εις ποινάς ή μεταχείρισιν απανθρώπους ή εξευτελιστικάς». Δεύτερον, παραβιάστηκε το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών στη χρηστή απονομή δικαιοσύνης (δίκαιη δίκη). Στην προκειμένη περίπτωση η παραβίαση αυτού του άρθρου προκύπτει από τη μεγάλη διάρκεια της ποινικής δίκης, η οποία ξεκίνησε το 2002 και ολοκληρώθηκε σε δεύτερο βαθμό το 2014. Τρίτον, παραβιάστηκε το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ, επειδή οι βασανισθέντες δεν είχαν στη διάθεσή τους μια πραγματική προσφυγή για να παραπονεθούν για τη διάρκεια της δίκης στα ποινικά δικαστήρια.
Αν και η ΕΣΔΑ, η οποία υιοθετήθηκε υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης το 1950 με σκοπό την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, απαγορεύει τα βασανιστήρια, στην προκειμένη περίπτωση η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Δικαστήριο του Στρασβούργου για τον βασανισμό δύο πολιτών από αστυνομικό υπάλληλο κατά τη διάρκεια κράτησής τους σε αστυνομικό τμήμα. Μάλιστα, η καταδίκη της χώρας αφορά και την παραβίαση του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη και του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!