ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Σοφία Παπαδήμα 11 • 12 • 2022

Υπόθεση Λυπάρης κατά Ελλάδος – Καταδίκη της Ελλάδας για παραβίαση του άρθρου 10 της Ε.Σ.Δ.Α.

Σοφία Παπαδήμα
Υπόθεση Λυπάρης κατά Ελλάδος – Καταδίκη της Ελλάδας για παραβίαση του άρθρου 10 της Ε.Σ.Δ.Α.
11 • 12 • 2022

Στην υπόθεση Λυπάρης κατά Ελλάδας, το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα για την παραβίαση του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ που αφορά την ελευθερία της έκφρασης. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι λόγοι που επικαλέστηκαν τα εθνικά δικαστήρια για να δικαιολογήσουν την επέμβαση στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και την καταδίκη του προσφεύγοντος από τα αστικά δικαστήρια δεν ήταν προσήκοντες και επαρκείς. Το γεγονός αυτό καθιστά την συγκεκριμένη επέμβαση των εθνικών αρχών μη αναγκαία σε μία δημοκρατική κοινωνία και κατά συνέπεια παραβιάζεται το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ.

Η ελευθερία της έκφρασης, όπως το δικαίωμα αυτό προβλέπεται στο  άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφ’ εξής ΕΣΔΑ), αποτελεί ένα από τα βασικά θεμέλια της δημοκρατικής κοινωνίας και μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την πρόοδό της και την ανάπτυξη κάθε ανθρώπου. Τα κράτη οφείλουν όχι μόνο να απέχουν από επεμβάσεις στο συγκεκριμένο δικαίωμα αλλά παράλληλα οφείλουν να λαμβάνουν και μέτρα για την αποτελεσματική προστασία του. Οι περιορισμοί της ελευθερίας της έκφρασης, όπως προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά και η ανάγκη για τυχόν περιορισμούς του δικαιώματος πρέπει να αποδεικνύεται πειστικά. Ειδικότερα, η όποια επέμβαση δημόσιας αρχής στο δικαίωμα της έκφρασης πρέπει να προβλέπεται από το νόμο, να είναι απαραίτητη για μια δημοκρατική́ κοινωνία και μέσω αυτής να επιδιώκεται κάποιος από τους αναφερόμενους στην παρ. 2 σκοπός. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφ’ εξής ΕΔΔΑ) εξετάζει την επέμβαση αυτή και αποφασίζει αν είναι ανάλογη προς το θεμιτό σκοπό που επιδιώκεται και αν οι λόγοι που επικαλούνται οι εθνικές αρχές για να τη δικαιολογήσουν είναι κρίσιμοι και επαρκείς. Αν κάτι από τα ανωτέρω δεν ισχύει, τότε κρίνεται ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 10 (βλ. περισσότερα για τα ανωτέρω ζητήματα σε οδηγό για το άρθρο 10 της Σύμβασης, εισήγηση Χ. Ράμμου  και διπλωματική εργασία Κ. Λύρα-Χατζή).

Στις 10 Νοεμβρίου 2022 δημοσιεύθηκε η απόφαση του Ε.Δ.Δ.Α. επί της προσφυγής Λύπαρης κ. Ελλάδος (αρ. προσφυγής 6047/14), με την οποία αναγνωρίστηκε ότι η Ελλάδα παραβίασε στη συγκεκριμένη περίπτωση το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Το κείμενο της απόφασης όπως έχει μεταφραστεί και αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους μπορεί κανείς να βρει εδώ, και εδώ στο πρωτότυπο κείμενό της, όπως αναρτήθηκε στη ιστοσελίδα της βάσης δεδομένων του Ε.Δ.Δ.Α.. 

Η προσφυγή αφορά την παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης του προσφεύγοντος, πολιτικού, μέσω της αστικής καταδίκης σε καταβολή ογκώδους αποζημίωσης για την ηθική βλάβη του αντιδίκου του, εν ενεργεία κατά τον κρίσιμο χρόνο εκλεγμένου νομάρχη, ως αποτέλεσμα δηλώσεων του προσφεύγοντος στον τύπο αναφορικά με το πρόσωπό του. Η καταδίκη επικυρώθηκε σε εφετειακό αλλά και αναιρετικό βαθμό από τα δευτεροβάθμια και ανώτατα εγχώρια Δικαστήρια. 

Επανερχόμενο στις αρχές που αποκρυστάλλωσε στις αποφάσεις Bédat κατά Ελβετίας ([Ολομέλεια Ε.Δ.Δ.Α.], αριθ. 56925/08, §§ 48-54, 29 Μαρτίου 2016 και Satakunnan Markkinapörssi Oy και Satamedia Oy κατά Φινλανδίας [Ολομέλεια Ε.Δ.Δ.Α.], αριθ. 931/13, § 160, 27 Ιουνίου 2017, το Ε.Δ.Δ.Α. διαπίστωσε τα εξής:

  • οι παρατηρήσεις του προσφεύγοντος περιείχαν αξιολογικές κρίσεις, οι οποίες δεν επιδέχονται απόδειξη και άρα κρίση από τη δικαστική αρχή
  • τα εθνικά δικαστήρια εξέτασαν τις επίμαχες εκφράσεις εκτός του πλαισίου του άρθρου πριν καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι χρησιμοποιούμενες εκφράσεις δεν ήταν απαραίτητες για να μεταφέρουν την επιθυμία του προσφεύγοντος να προστατεύσει το έννομο συμφέρον στο οποίο στηρίχθηκε
  • ως εκ τούτου, παρέλειψαν να εξετάσουν κατά πόσον το πλαίσιο της υπόθεσης, το δημόσιο συμφέρον και η πρόθεση του συντάκτη του προσβαλλόμενου άρθρου δικαιολογούσαν την ενδεχόμενη χρήση μιας δόσης πρόκλησης ή υπερβολής, και, αν και οι φράσεις του προσφεύγοντος μπορούσαν να θεωρηθούν προκλητικές, δεν έφταναν στο σημείο της προσβολής
  • τα ανωτέρω σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο προσφεύγων είχε υποστηρίξει τις δηλώσεις του με ένα σαφές πραγματικό υπόβαθρο και είχε καταστήσει σαφές ότι δεν θεωρούσε τον αντίδικό του προσωπικά υπεύθυνο αλλά υπό την ιδιότητά του ως ηγέτη ενός πολιτικού κόμματος, οδήγησαν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι ούτε οι προσβαλλόμενες δηλώσεις ούτε το άρθρο στο σύνολό του μπορούν να εκληφθούν ως αχρείαστη προσωπική επίθεση ή προσβολή 
  • τα εθνικά δικαστήρια επίσης παρέλειψαν να συμπεριλάβουν στην εκτίμησή τους την ιδιότητα του καταγγέλλοντος, καθώς ήταν ένας εκλεγμένος τοπικός αξιωματούχος που αναπόφευκτα και εν γνώσει του έθετε τον εαυτό του σε στενό έλεγχο κάθε λόγου και πράξης του τόσο από τους δημοσιογράφους όσο και από το ευρύ κοινό και ότι, κατά συνέπεια, η κριτική που του ασκήθηκε για τα συγκεκριμένα ζητήματα διαχείρισης κονδυλίων από τον προσφεύγοντα αφορούσε ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και άρα θα έπρεπε να είχε εμφιλοχωρήσει στενότερη ερμηνεία από τα εθνικά δικαστήρια
  • τέλος, κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, τα εθνικά δικαστήρια προέβησαν μόνο σε μια γενική αναφορά των κριτηρίων που έλαβαν υπόψη τους, χωρίς, για παράδειγμα, να προχωρήσουν στην εξέταση της οικονομικής κατάστασης του προσφεύγοντος

Ως εκ τούτου, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις αρχές και τα κριτήρια που ορίζονται στη νομολογία του Δικαστηρίου για τη στάθμιση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης. Έτσι, υπερέβησαν το περιθώριο εκτίμησης που τους παρασχέθηκε και δεν απέδειξαν ότι υπήρχε εύλογη σχέση αναλογικότητας μεταξύ της εν λόγω επέμβασης και του επιδιωκόμενου νόμιμου σκοπού. Για το λόγο αυτό έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης και κρίθηκε ότι η Ελλάδα οφείλει να καταβάλει στον προσφεύγοντα 18.534 ευρώ για περιουσιακή ζημία και 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη, ενώ παράλληλα επιδίκασε και το ποσό των 2.191,73 για έξοδα και δαπάνες ως προς τα εγχώρια δικαστήρια, αλλά δεν επιδίκασε δαπάνες για τη διαδικασία ενώπιον του. 

Πού εντοπίζεται το πρόβλημα με το Κράτος Δικαίου;

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά ενός κράτους δικαίου. Τα θεμελιώδη δικαιώματα που θα πρέπει να απολαμβάνει κάθε πολίτης κατοχυρώνονται μεταξύ άλλων από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Αποτελεί δε, πρωταρχική και αναντίρρητη υποχρέωση του κράτους το να σέβεται αυτά τα δικαιώματα. 

Στη συγκεκριμένη ωστόσο περίπτωση το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης του προσφεύγοντος παραβιάστηκε. Οι εθνικές αρχές (εν προκειμένω τα αστικά δικαστήρια) επέβαλαν στον προσφεύγοντα μία στερητική της ελευθερίας ποινή για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης χωρίς επαρκή αιτιολογία/δικαιολογία. Με τον τρόπο αυτό έλαβε χώρα μία επέμβαση  στο δικαίωμα της  ελευθερίας της έκφρασης του προσφεύγοντος, η οποία δεν ήταν αναγκαία σε μία δημοκρατική κοινωνία και ως εκ τούτου παραβιάστηκε το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ.

Η συγκεκριμένη απόφαση έρχεται να προστεθεί σε μία ήδη μακρά λίστα παρόμοιων καταδικαστικών αποφάσεων για την Ελλάδα με ανησυχητικές ενδείξεις για την ποιότητα της διασφάλισης του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου (βλ. σχετική αρθρογραφία του Govwatch εδώ).

Η τάση που διαγράφεται σύμφωνα με τον ως άνω αριθμό παρόμοιων καταδικαστικών αποφάσεων έρχεται σε αντίθεση και με την πρόταση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την αποποινικοποίηση της δυσφήμησης και την αύξηση της προστασίας της ελευθερίας λόγου και τύπου στο ΣτΕ.

Σοφία Παπαδήμα
Περισσοτερα
Αν έχεις εντοπίσει παραβίαση του Κράτους Δικαίου, κάνε κι εσύ αναφορά!
ΕΠΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΦΟΡΜΑΣ ΣΤΟ GOVWATCH
ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ GLOBALEAKS
Υποστήριξε το έργο του govwatch
ΚΑΝΕ ΔΩΡΕΑ