Σύμφωνα με το άρθρο 5 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφ’ εξής ΕΣΔΑ) «1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειμή εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν:…γ) εάν συνελήφθη και κρατήται όπως οδηγηθή ενώπιον της αρμοδίας δικαστικής αρχής εις την περίπτωσιν ευλόγου υπονοίας ότι διέπραξεν αδίκημα, ή υπάρχουν λογικά δεδομένα προς παραδοχήν της ανάγκης όπως ούτος εμποδισθή από του να διαπράξη αδίκημα ή δραπετεύση μετά την διάπραξιν τούτου…. 4. Παν πρόσωπον στερούμενον της ελευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ίνα τούτο αποφασίση εντός βραχείας προσθεσμίας επί του νομίμου της κρατήσεώς του και διατάξη την απόλυσίν του εν περιπτώσει παρανόμου κρατήσεως…» (για το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ δείτε τον οδηγό για το άρθρο 5 της Σύμβασης και το σχετικό άρθρο του Β. Χειρδάρη).
Στις 18 Μαρτίου 2021 δημοσιεύθηκε η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφ’ εξής ΕΔΔΑ) στην υπόθεση Λοΐζου κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 17789/16), με την οποία αναγνωρίστηκε ότι η Ελλάδα παραβίασε στη συγκεκριμένη περίπτωση το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ. Δείτε την απόφαση όπως μεταφράστηκε στα ελληνικά από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εδώ, όπως αναρτήθηκε στη βάση δεδομένων HUDOC εδώ και το δελτίο τύπου του ΕΔΔΑ όπου αναφέρεται και η συγκεκριμένη υπόθεση εδώ.
Η προσφυγή αυτή αφορούσε την νομιμότητα της διατήρησης υπό προσωρινή κράτηση του προσφεύγοντος η οποία είχε διακοπεί, προκειμένου αυτός να εκτίσει μία ποινή φυλάκισης για άλλα αδικήματα, καθώς και την διάρκεια του χρονικού διαστήματος μέσα στο οποίο το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο αποφάνθηκε επί της προσφυγής του προσφεύγοντος κατά της διατήρησης της κράτησης. Ειδικότερα, ο προσφεύγων παραπονέθηκε για τη διατήρησή του σε προσωρινή κράτηση πέραν των πρώτων έξι μηνών χωρίς δικαστική απόφαση καθώς και για την καθυστέρηση στην έκδοση απόφασης από το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο.
Το ΕΔΔΑ λαμβάνοντας υπόψη διάφορα δεδομένα (όπως π.χ. το ότι ο προσφεύγων δεν είχε ενημερωθεί εγκαίρως για τη διακοπή της προσωρινής του κράτησης, το ότι δεν είχε κληθεί με οποιονδήποτε τρόπο να δηλώσει την πρόθεσή του να εξαγοράσει ή μη την ποινή φυλάκισης, το ότι δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της στέρησης της ελευθερίας κατόπιν της καταδίκης του προσφεύγοντος και εκείνης η οποία επιβλήθηκε με την προσωρινή κράτηση κοκ) και τονίζοντας πως η αρχή της ασφάλειας του δικαίου όσον αφορά την προσωρινή κράτηση μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο, αν τα εθνικά δικαστήρια εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο κατά τρόπο ώστε να αναβάλλεται η απόλυση του ενδιαφερομένου κατά τρόπο παράλογο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι, κατά το διάστημα μεταξύ της 30-3-2015 και της 16-9-2015, η κράτηση του προσφεύγοντος δεν είχε σαφή νομική βάση στο εθνικό δίκαιο προκειμένου να μπορεί να θεωρηθεί ως σύμφωνη προς το άρθρο 5 παρ. 1 περ. γ της Σύμβασης.
Επίσης, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 4 της ΕΣΔΑ. Αναφέροντας ότι ένα κράτος το οποίο προσφέρει έναν δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας οφείλει κατ’ αρχήν να παρέχει στους κρατούμενους τις ίδιες εγγυήσεις τόσο κατ’ έφεση όσο και στον πρώτο βαθμό, έκρινε ότι η διαδικασία που διεξήχθη ενώπιον του συμβουλίου εφετών δεν ικανοποίησε την απαίτηση της ταχύτητας υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Και τούτο διότι η εν λόγω διαδικασία διήρκεσε τέσσερις μήνες και οκτώ ημέρες, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν περίπλοκη από νομική ή πραγματική άποψη, αφού έθετε ένα μόνον ζήτημα: το κατά πόσον η προσωρινή κράτηση του προσφεύγοντος είχε διακοπεί ή όχι.
Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά ενός κράτους δικαίου. Τα θεμελιώδη δικαιώματα που θα πρέπει να απολαμβάνει κάθε πολίτης κατοχυρώνονται μεταξύ άλλων από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Αποτελεί δε, πρωταρχική και αναντίρρητη υποχρέωση του κράτους το να σέβεται αυτά τα δικαιώματα. Στη συγκεκριμένη, ωστόσο, περίπτωση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι το δικαίωμα του προσφεύγοντος στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια παραβιάστηκε.
Ειδικότερα, το γεγονός ότι κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου του 2015 η κράτηση του προσφεύγοντος δεν είχε σαφή νομική βάση, άφησε τον προσφεύγοντα σε κατάσταση αβεβαιότητας όσον αφορά την νομική βάση και τους λόγους της κράτησής του. Για το λόγο αυτό το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι δικαστικές αρχές δεν προσέφεραν στον προσφεύγοντα επαρκή προστασία κατά της αυθαιρεσίας και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Ακόμα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου δεν ικανοποίησε την απαίτηση της ταχύτητας που τάσσει η παρ. 4 του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση και της συγκεκριμένης διάταξης στην υπό κρίση υπόθεση.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!