Στις 5 Ιουλίου 2024, η κυβερνητική πλειοψηφία ψήφισε στη Βουλή τον ν. 5119/2024 (ΦΕΚ Α’ 103/6.7.2024), ο οποίος, έχοντας κατατεθεί ως νομοσχέδιο από τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη, τροποποίησε το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 3090/2002 (ΦΕΚ Α’ 329/24.12.2002) σχετικά με τους όρους μετάδοσης των δικών.
Σύμφωνα με τη νέα διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του ν. 3090/2002, «απαγορεύεται η ολική ή µερική µετάδοση µε οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως µέσω της τηλεόρασης, ραδιοφώνου, διαδικτύου και γενικά οποιουδήποτε τεχνολογικού µέσου, καθώς και η κινηµατογράφηση, µαγνητοσκόπηση, ηχογράφηση και αποτύπωση της δίκης σε γραπτό κείµενο µέσω ειδικού λογισµικού που µετατρέπει τον προφορικό λόγο σε γραπτό, ενώπιον ποινικού, αστικού ή διοικητικού δικαστηρίου. Κατ’ εξαίρεση, το δικαστήριο µπορεί να επιτρέψει τις ενέργειες αυτές, εφόσον συναινούν ο εισαγγελέας και οι διάδικοι και συντρέχει ουσιώδες δηµόσιο συµφέρον».
Η προγενέστερη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του ν. 3090/2002 προέβλεπε ότι «η ολική ή μερική μετάδοση από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο, καθώς και η κινηματογράφηση και μαγνητοσκόπηση της δίκης ενώπιον ποινικού, πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου απαγορεύεται. Κατ’ εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει τις ενέργειες αυτές, εφόσον συναινούν ο εισαγγελέας και οι διάδικοι και συντρέχει ουσιώδες δημόσιο συμφέρον».
Από την αντιπαραβολή των δύο χωρίων προκύπτει ότι η νέα νομοθετική πρόβλεψη θεσμοθετεί μια γενική, καθολική απαγόρευση μετάδοσης δικών, ενώ η παλαιότερη απαγόρευε περιοριστικά κάποιες συγκεκριμένες μορφές μετάδοσης ή καταγραφής της δίκης (μέσω τηλεόρασης, ραδιοφώνου, κινηματογράφησης και μαγνητοσκόπησης).
Η νομοθετική αλλαγή του υπουργείου Δικαιοσύνης έχει δεχθεί κριτική από ειδικούς σε θέματα δικαίου, δημοσιογραφικές ενώσεις και μέσα ενημέρωσης ως αδικαιολόγητος περιορισμός αφενός της ελευθερίας του Τύπου, όπως αυτή κατοχυρώνεται από το άρθρο 14 παρ. 2 του Συντάγματος («O τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται»), αφετέρου του δικαιώματος στην πληροφόρηση, το οποίο κατοχυρώνεται από το άρθρο 5Α του Συντάγματος (Άρθρο 5Α παρ. 1Σ: «Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει. Περιορισμοί στο δικαίωμα αυτό είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο μόνο εφόσον είναι απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας, καταπολέμησης του εγκλήματος ή προστασίας δικαιωμάτων και συμφερόντων τρίτων». Άρθρο 5Α παρ. 2: «Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων 9, 9Α και 19»).
Η διάταξη Φλωρίδη για την απαγόρευση μετάδοσης δικών αφορά και το άρθρο 93 του Συντάγματος, η πρώτη παράγραφος του οποίου κατοχυρώνει τη διάκριση των εξουσιών («Tα δικαστήρια διακρίνονται σε διοικητικά, πολιτικά και ποινικά και οργανώνονται με ειδικούς νόμους») και η δεύτερη τη δημοσιότητα των δικών («Οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων»).
Αναλυτικότερα, ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου Ξενοφών Κοντιάδης ανέφερε σχετικά με τη νέα ρύθμιση: «Σύμφωνα με το άρθρο 93 του Συντάγματος οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής για τα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων. Τι επέλεξε να κάνει […] ο νομοθέτης; Αντιστρέφει τον συνταγματικό κανόνα της δημοσιότητας των δικών μετατρέποντάς τον σε εξαίρεση και την εξαίρεση την καθιστά κανόνα. Ωστόσο, ιδίως πλήττει το θεμελιώδες δικαίωμα στην πληροφόρηση».
Ο καθηγητής Κοντιάδης πρόσθεσε: «Διερωτώμαι ποιον ενοχλεί η δημοσιότητα σημαντικών δικών και γιατί επιβλήθηκε τώρα αυτή η απαγόρευση. Γιατί θέλει η Κυβέρνηση να περιορίσει Παρατηρητήρια σημαντικών δικών, όπως το Golden Dawn Watch που μας επέτρεψε να παρακολουθούμε σχεδόν ζωντανά τη διεξαγωγή της δίκης της Χρυσής Αυγής τα τελευταία 9 χρόνια; Ποιος φοβάται τη δημοσιότητα τέτοιων ιστορικών δικών μέσω διαδικτύου, που επιτρέπουν σε κάθε ενδιαφερόμενο να διαμορφώσει αδιαμεσολάβητα άποψη για συγκεκριμένα γεγονότα;».
Ακόμη, ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιάννης Τασόπουλος επεσήμανε αναφορικά με την απαγόρευση μετάδοσης των δικών ότι η αντιπαραβολή του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος με τη νέα νομοθετική ρύθμιση «δείχνει καθαρά ότι ο νομοθέτης, με βάση το γεγονός ότι διαφέρει η κεκλεισμένων των θυρών δίκη από την (ανα)μετάδοσή της, προβαίνει στη δεύτερη περίπτωση σε μια τελείως διαφορετική στάθμιση από εκείνη του Συντάγματος σε βάρος της ελευθερίας της πληροφόρησης και της ελευθερίας του Τύπου. Πλέον η στάθμιση δεν γίνεται μόνο από το Δικαστήριο αλλά απαιτείται η συναίνεση εισαγγελέα και διαδίκων, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για δημοσιότητα της δίκης (έστω και σε άλλη κλίμακα). Αυτή η πρακτικά απόλυτη και αφηρημένη στάθμιση του νομοθέτη είναι ένα ακόμη πλήγμα σε βάρος της ελευθερίας του Τύπου και της πληροφόρησης. Η στάθμιση αυτή δεν είναι κανονικά δουλειά του νομοθέτη αλλά του δικαστή, χωρίς να εξαρτάται από τον διάδικο, ιδίως αν αυτός είναι φορέας εξουσίας (δημόσιο πρόσωπο)».
Ο καθηγητής Τασόπουλος πρόσθεσε: «Η απλή καταγραφή από κάποιον του ακριβούς κειμένου των λεγόμενων στη δίκη και η πληροφόρηση του κοινού (χωρίς μετάδοση της φωνής και ομιλίας) είναι προφανές κατά τη σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία της διάταξης (αλλά κατά τη γνώμη μου και το γράμμα της) ότι δεν καταλαμβάνεται από την απαγόρευση».
Με φόντο την παραπάνω απαγόρευση, παρατηρητήρια, μέσα ενημέρωσης και δημοσιογραφικές ενώσεις προχώρησαν σε ανακοινώσεις καταδίκης της νέας ρύθμισης Φλωρίδη ως αδικαιολόγητου περιορισμού της ελευθερίας του Τύπου και του δικαιώματος στην πληροφόρηση. Το Golden Dawn Watch μίλησε για «απόπειρα φίμωσης» και «γενικής απαγόρευσης κάθε προσπάθειας ενημέρωσης του κοινού για μείζονος σημασίας δίκες». Το omniatv σημείωσε ότι «το υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρεί να απαγορεύσει την άμεση, γραπτή καταγραφή και ροκανίζει ακόμα περισσότερο τη λειψή δημοσιότητα των δικών, που όμως για το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ αποτελεί εγγύηση δίκαιης δίκης». Το Manifold κατήγγειλε «με τον πιο έντονο τρόπο τη νομοθετική απόπειρα του υπουργείου Δικαιοσύνης να καταργήσει τη λειτουργία των Παρατηρητηρίων σημαντικών δικών δημοσίου συμφέροντος». Ως μέλος του Παρατηρητηρίου για τη Δίκη Λιγνάδη, το Reporters United εξέφρασε «την έντονη ανησυχία του για την κυβερνητική ρύθμιση ως μια ακόμη απόπειρα δημοσιογραφικής φίμωσης».
Ανακοίνωση για το ζήτημα εξέδωσε και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ), η οποία ζήτησε από την κυβέρνηση και τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη να αποσύρει τη σχετική διάταξη, καθώς «πλήττει περαιτέρω την αρχή της δημοσιότητας που αποτελεί Συνταγματικό εχέγγυο για τη διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το έργο και την υποχρέωση των δημοσιογράφων για ποιοτική και αντικειμενική ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας».
Την αντίθεσή της προς τη διάταξη Φλωρίδη εξέφρασε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, στο πλαίσιο συνάντησής της με τον υπουργό Δικαιοσύνης. Σε σχετικό υπόμνημά της, η Ένωση ανέφερε: Δηλώνουμε την διαφωνία μας στον περιορισμό της αρχής της δημοσιότητας της δίκης με οποιονδήποτε τρόπο. Η δικαστική λειτουργία αντλεί τη νομιμοποίησή της από την αιτιολογία των αποφάσεων και τη δημοσιότητα της διαδικασίας».
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, μετά τις παραπάνω αντιδράσεις, η κυβέρνηση υποστήριξε ότι η νέα ρύθμισή της δεν αποσκοπεί στην απαγόρευση των παρατηρητηρίων στις δίκες με μεγάλο δημόσιο ενδιαφέρον.
Σε επιστολή του προς τη δημοσιογραφική ομάδα του Reporters United, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ανέφερε ότι «η κυβέρνηση δεν προέβη στη νομοθέτηση απαγόρευσης μετάδοσης δικών», αλλά πρόσθεσε απλώς έναν περιορισμό μετάδοσης μέσω ίντερνετ.
Ωστόσο, η θέση της κυβέρνησης δεν προκύπτει από την αντιπαραβολή της παλιάς και της νέας διάταξης. Κι αυτό γιατί η νεοψηφισθείσα θέτει έναν γενικό απαγορευτικό κανόνα, προβλέποντας ότι «απαγορεύεται η ολική ή μερική μετάδοση [της δίκης] με οποιονδήποτε τρόπο», παραθέτοντας στη συνέχεια -με τρόπο ενδεικτικό και όχι εξαντλητικό- κάποιες μεθόδους μετάδοσης δίκης που απαγορεύονται, «ιδίως μέσω της τηλεόρασης, ραδιοφώνου, διαδικτύου και γενικά οποιουδήποτε τεχνολογικού μέσου». Σε αντίθεση λοιπόν με την αντικατασταθείσα διάταξη, η οποία προέβλεπε κατά τρόπο περιοριστικό και εξαντλητικό κάποιες μεθόδους απαγόρευσης μετάδοσης μίας δίκης (μέσω τηλεόρασης, ραδιοφώνου, κινηματογράφησης και μαγνητοσκόπησης), ο νέος νόμος απαγορεύει «κάθε ολική ή μερική μετάδοση» μίας δίκης και αυτό «με οποιονδήποτε τρόπο». Ως εκ τούτου, η νέα διάταξη δεν προέβη απλώς στη νομοθέτηση απαγόρευσης μετάδοσης δικών και δεν προστέθηκε ένας περιορισμός για τη μετάδοση μέσω ίντερνετ, όπως υποστηρίζει η ελληνική κυβέρνηση.
Αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι, εκτός από την προαναφερθείσα απαγόρευση κάλυψης δίκης από το omniatv, κατά τη δικάσιμο της 17ης Ιουλίου οι συνήγοροι του Νίκου Μιχαλολιάκου και του Αρτέμη Ματθαιόπουλου (Δημήτρης Παπαδέλλης και Νίκος Ρουσσόπουλος) ζήτησαν, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΕφΣυν, την αποπομπή μέλους του Παρατηρητηρίου για τη Δίκη της Χρυσής Αυγής που βρισκόταν στην αίθουσα, με τον κ. Ρουσσόπουλο να επικαλείται τη νέα διάταξη Φλωρίδη.
Το δικαστήριο συντάχθηκε με την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας Κυριακής Στεφανάτου να καταγραφεί το αίτημα στα πρακτικά και να αποσταλεί στην εισαγγελία, ώστε ο αρμόδιος εισαγγελέας να κρίνει αν θα προχωρήσει σε προκαταρκτική έρευνα για πιθανή παραβίαση της νέας διάταξης από τα μέλη του Παρατηρητηρίου. Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με όσα διατείνεται η κυβέρνηση, η νέα διάταξη Φλωρίδη έχει ήδη σε δύο περιπτώσεις εφαρμοστεί ή γίνει αντικείμενο επίκλησης, με σκοπό τον περιορισμό των παρατηρητηρίων που καλύπτουν μείζονος σημασίας δίκες.
Σχετικά με την παραπάνω εξέλιξη, το Παρατηρητήριο για τη Δίκη της Χρυσής Αυγής σχολίασε: «Είχαμε επισημάνει έγκαιρα ότι η αλλαγή που εισήχθη με το άρθρο 31 του N. 5119/2024 στη διάταξη για τη δημοσιογραφική κάλυψη των δικών θα μπορούσε να οδηγήσει στην de facto απαγόρευση των παρατηρητηρίων. Δυστυχώς, επιβεβαιωθήκαμε. Την Τετάρτη 17/7/2024, κατά τη διάρκεια της 103ης δικασίμου στον δεύτερο βαθμό της δίκης της Χρυσής Αυγής, οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορούμενων Μιχαλολιάκου και Ματθαιόπουλου έθεσαν θέμα αποβολής του Golden Dawn Watch με βάση τη νέα διάταξη, η οποία αποδεικνύεται έτσι ξεκάθαρα προβληματική. Έπειτα από 9 χρόνια παρουσίας έχουμε αποδείξει τη σημασία και τη χρησιμότητα των παρατηρητηρίων και της άμεσης αλλά και υπεύθυνης ανταπόκρισης από τις δικαστικές αίθουσες. […] Πρέπει να καταργηθεί η γενική απαγόρευση ανταποκρίσεων και, μάλιστα, το συντομότερο δυνατόν».
Ένα κράτος δικαίου οφείλει να διαμορφώνει ένα σύνολο νομοθετικών διατάξεων το οποίο, προστατεύοντας τα δικαιώματα και τα συμφέροντα τρίτων, θα εξασφαλίζει την κατοχύρωση και τον σεβασμό της ελευθερίας του Τύπου, του δικαιώματος στην πληροφόρηση και της δημοσιότητας της δίκης.
Ωστόσο, η νέα διάταξη της κυβέρνησης που με τον ν. 5119/2024 (ΦΕΚ Α’ 103/6.7.2024) τροποποίησε το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 3090/2002 (ΦΕΚ Α’ 329/24.12.2002) σχετικά με τους όρους μετάδοσης των δικών στρέφεται κατά της ελευθερίας του Τύπου, του δικαιώματος στην πληροφόρηση και της δημοσιότητας της δίκης, εγείροντας ζήτημα συμβατότητας με τα άρθρα 14 παρ. 2, 5Α και 93 παρ. 2 του Συντάγματος.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!