ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ
Χριστιάννα Στυλιανίδου
Ευθύνη μελών Ελεγκτικού Συμβουλίου, ΕΕΑ και ΕΣΚΑΝ
27 • 05 • 2016

Με το άρθρο 38 του ν. 4373/2016 προβλέπεται ένα είδος ανεύθυνου και ακαταδίωκτου των Προέδρων και των μελών των Ελεγκτικών Συμβουλίων της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και του Εθνικού Συμβουλίου Καταπολέμησης Ντόπινγκ για τα όσα πράττουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η πρόβλεψη αυτή εγείρει προβληματισμούς σχετικά με τη συμβατότητά της με συνταγματικές αρχές, όπως κυρίως αυτή της αρχής της ισότητας.

Με το άρθρο 38 του ν. 4373/2016 προβλέπεται ότι  “Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και του Εθνικού Συμβουλίου Καταπολέμησης Ντόπινγκ, καθώς και τα μέλη των Ελεγκτικών Συμβουλίων της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, δεν ευθύνονται προσωπικά έναντι τρίτων, αστικά ή ποινικά, δεν εξετάζονται και δεν διώκονται για γνώμη, εισήγηση ή πόρισμα ελέγχου που διατύπωσαν ή για πράξη που διενήργησαν, κατά την άσκηση των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία καθηκόντων τους. Τα πρόσωπα αυτά διώκονται κατόπιν εγκλήσεως, μόνον για συκοφαντική δυσφήμηση, εξύβριση ή παραβίαση απορρήτου και υπέχουν ευθύνη έναντι του Ελληνικού Δημοσίου για πράξεις ή παραλείψεις τους που τελέστηκαν από δόλο ή από βαρεία αμέλεια”.  Στο πλαίσιο της αιτιολογικής έκθεσης του νόμου αναφέρεται απλά ότι η συγκεκριμένη διάταξη προβλέπεται με σκοπό τη “διασφάλιση της απρόσκοπτης άσκησης των καθηκόντων τους (σ.σ. των μελών των εν λόγω οργάνων) (βλ. σελ. 5 αιτιολογικής). 

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής (βλ. σελ. 10-12 της αντίστοιχης έκθεσης) η πρόβλεψη του εν λόγω “ακαταδίωκτου”, προκαλεί προβληματισμούς καθώς: α) επιφυλάσσεται στα μέλη των συγκεκριμένων οργάνων μεταχείριση ανάλογη με αυτή που απολαμβάνουν τα μέλη συνταγματικά κατοχυρωμένων Ανεξάρτητων Αρχών και του Νομικού Συμβουλίου του κράτους, δηλαδή όργανα στα οποία ισχύει ένα συγκεκριμένο και ειδικό καθεστώς και β) δεν υπάρχει κάποια ειδική αιτιολογία που να μπορεί να δικαιολογήσει την διακριτική μεταχείριση των συγκεκριμένων προσώπων σε σχέση με τα υπόλοιπα κρατικά όργανα (αιτιολογία που είναι απαραίτητη στις περιπτώσεις που ¨κάμπτεται νομοθετικώς η αρχή της ισότητας”). Ακόμα, παραπέμποντας στο υπ’ αριθμ.  1221/2014 βούλευμα του Συμβουλίου του Αρείου Πάγου, η Επιστημονική Υπηρεσία επισημαίνει ότι η πρόβλεψη περί μη ύπαρξης ευθύνης ακόμα και στις περιπτώσεις που η  πράξη ή η παράλειψη των προσώπων αυτών αποτελούν “προϊόν δόλιας προαιρέσεως” αποτελεί μια αδικαιολόγητη ευνοϊκή μεταχείριση και με τον τρόπο αυτό καταστρατηγείται το άρθρο 4 του Συντάγματος, το οποίο “κατοχυρώνει όχι µόνο την ισότητα των Ελλήνων πολιτών έναντι του νόµου αλλά και την ισότητα του νόµου έναντι αυτών”

Αναφέρεται παρενθετικά ότι το υπό κρίση άρθρο τροποποιήθηκε τον Μάρτιο του 2019 με το άρθρο 58 του ν. 4603/2019 (Ευθύνη μελών Δ.Ε.Α.Β., ΕΣΚΑΝ και Πειθαρχικής Επιτροπής) και πλέον προβλέπεται ότι “Οι Πρόεδροι, οι Αντιπρόεδροι και τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής για την Αντιμετώπιση της Βίας (Δ.Ε.Α.Β.) του Εθνικού Συμβουλίου Καταπολέμησης Ντόπινγκ (ΕΣΚΑΝ) και της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής της παραγράφου 9.1.1 του άρθρου 9 δεν ευθύνονται προσωπικά έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, καθώς και για τις αποφάσεις που εκδίδουν. Έναντι του Ελληνικού Δημοσίου ευθύνονται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια”. Ακόμα και υπό αυτή την διατύπωση, ωστόσο, οι προβληματισμοί που αναφέρονται ανωτέρω (αν και περιορίζονται σε κάποιο βαθμό)  παραμένουν.

Πού εντοπίζεται το πρόβλημα με το Κράτος Δικαίου;

Σε ένα κράτος δικαίου όλοι είναι ίσοι έναντι του νόμου και ο νόμος εφαρμόζεται για όλους τους πολίτες (πλην συγκεκριμένων ειδικά αιτιολογημένων και συνταγματικά ανεκτών εξαιρέσεων) με τον ίδιο τρόπο. 

Ακόμα, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Συντάγματος η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια και για το λόγο αυτό οι νόμοι που θεσπίζουν περιορισμούς στην άσκηση εκ μέρους των δικαστικών λειτουργών της δικαιοδοσίας/εξουσίας που τους έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα πρέπει να πληρούν κάποιες προϋποθέσεις, όπως το να εξυπηρετούν συγκεκριμένους σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και να μην περιορίζουν υπέρμετρα τον πυρήνα της δικαστικής εξουσίας. 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, θεσπίζεται ένα είδος ακαταδίωκτου και ανευθύνου για τα μέλη και τους προέδρους των Ελεγκτικών Συμβουλίων της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και του Εθνικού Συμβουλίου Καταπολέμησης Ντόπινγκ. 

Η διαφορετική και προνομιακή μεταχείριση που επιφυλάσσεται από τον νομοθέτη για την συγκεκριμένη ομάδα προσώπων χωρίς ειδική αιτιολόγηση του λόγου για τον οποίο η επιλογή αυτή λαμβάνει χώρα δημιουργεί προβληματισμούς, καθώς ενδέχεται να παραβιάζονται με αυτό τον τρόπο συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος αρχές και διατάξεις, όπως η αρχή της ισότητας, η διάκριση των εξουσιών και το δικαίωμα δικαστικής προστασίας.

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Περισσοτερα
Αν έχεις εντοπίσει παραβίαση του Κράτους Δικαίου, κάνε κι εσύ αναφορά!
ΕΠΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΦΟΡΜΑΣ ΣΤΟ GOVWATCH
ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ GLOBALEAKS
Υποστήριξε το έργο του govwatch
ΚΑΝΕ ΔΩΡΕΑ