ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ
Χριστιάννα Στυλιανίδου
Ποινική ευθύνη μελών οργάνων επίλυσης φορολογικών διαφορών
09 • 12 • 2021

Μετά την κατάθεση εκπρόθεσμης και άσχετης τροπολογίας ψηφίζεται το άρθρο 70 του ν. 4871/2021. Με τη διάταξη αυτή προβλέπεται ότι πρέπει να συντρέχουν περισσότερες προϋποθέσεις για την εκκίνηση και τη συνέχιση ποινικών διαδικασιών που αφορούν τη δράση δημοσίων υπαλλήλων που είναι μέλη οργάνων επίλυσης φορολογικών διαφορών. Σύμφωνα με δημοσίευμα, η ενέργεια αυτή λαμβάνει χώρα σε χρόνο που εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων υπόθεση που αφορά τη δράση δημοσίων υπαλλήλων που εντάσσονται στην κατηγορία των υπαλλήλων για τους οποίους θεσπίζεται με το υπό κρίση άρθρο ένα είδος ακαταδίωκτου και περαιτέρω προϋποθέσεις για την συνέχιση της ποινικής διαδικασίας. Η χρονική αυτή σύμπτωση δεν μπορεί παρά να δημιουργεί προβληματισμούς και αμφιβολίες για τον σκοπό που η θέσπιση των κανόνων αυτών εξυπηρετεί.

Στις 7-12-2021 και ώρα 21:55 κατατίθεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης η υπ’ αριθμ. 1161/104/7-12-2021 εκπρόθεσμη και άσχετη τροπολογία. Με το άρθρο 5 της τροπολογίας αυτής : α) τροποποιείται η παρ. 9 του άρθρο 16 του ν. 4714/2020 (δηλαδή ενός νόμου που είχε ψηφιστεί πριν από περίπου ενάμιση χρόνο), β) προστίθενται νέα εδάφια στην παρ. 9 αυτου (βλ. από “Για πράξεις παραλείψεις του προηγουμένου εδαφίου…Εφόσον δεν υποβληθεί αίτηση, παύει η ποινική δίωξη και η υπόθεση τίθεται στο αρχείο”) με βάση τα οποία τίθενται περαιτέρω προϋποθέσεις για την άσκηση της ποινικής δίωξης και την συνέχιση της ποινικής δίκης στις περιπτώσεις των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο (όπως μεταξύ άλλων αίτηση του Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας για την άσκηση της ποινικής δίωξης ή για τη συνέχιση ήδη εκκρεμών ποινικών διαδικασιών) και γ) προστίθενται δύο παράγραφοι στο άρθρο 16, με βάση τις οποίες προβλέπεται ότι το “ανεύθυνο” και “ακαταδίωκτο” της παρ. 9 (δηλαδή το ότι οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι δεν εξετάζονται, δεν διώκονται και δεν υπέχουν ποινική και αστική ευθύνη για αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση ή πρόταση που διατύπωσαν ή απόφαση που εξέδωσαν ή παράλειψή τους κατά άσκηση των καθηκόντων τους, πλην των περιπτώσεων που αναφέρει ρητά η διάταξη) και οι περαιτέρω προϋποθέσεις για την εκκίνηση και συνέχιση της ποινικής διαδικασίας ισχύουν και για τα μέλη άλλων αντίστοιχων Επιτροπών (και συγκεκριμένα για τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994) και Διευθύνσεων. 

Ως προς την ανάγκη που εξυπηρετεί η συγκεκριμένη διάταξη η αιτιολογική έκθεση αναφέρει μεταξύ άλλων την “βελτιστοποίηση του νομικού πλαισίου που διέπει τη νεοσύστατη Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών”, την “επέκταση των ρυθμίσεων αυτών και σε άλλα όργανα τα οποία επιλύουν διοικητικά φορολογικές διαφορές” για λόγους ίσης μεταχείρισης ενώ σκοπός της είναι το να επιλύσει τα ”ερμηνευτικά προβλήματα ως προς εύρος αστικής και ποινικής ευθύνης των Προέδρων και των μελών των οργάνων που επιλύουν διοικητικά Φορολογικές διαφορές καθώς οι αβάσιμες καταγγελίες δυσχεραίνουν μεγάλο βαθμό λειτουργία, έργο και αποτελεσματικότητά τους”. Με την προσθήκη της απαίτησης να προηγείται αίτηση του Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας θεωρείται δε, ότι διασφαλίζονται περαιτέρω τα συγκεκριμένα πρόσωπα από τους κινδύνους αβάσιμων καταγγελιών. 

Η συγκεκριμένη τροπολογία, λοιπόν, υπερψηφίζεται μόνο από τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος (βλ. σελ. 83 πρακτικών της Βουλής– υπ. τροπ. 1161/104 όπως τροπ.) και η υπό κρίση διάταξη ψηφίζεται τελικά στις 8 Δεκεμβρίου ως άρθρο 70 του ν. 4871/2021 (ΦΕΚ 246 A’/10.12.2021). 

Η υπό κρίση διάταξη δημιουργεί πολλούς προβληματισμούς τόσο λόγω του τρόπου με τον οποίο εισήχθη προς ψήφιση όσο και λόγω του ουσιαστικού περιεχομένου της. Και τούτο διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση α) δεν τηρήθηκαν οι αρχές της καλής νομοθέτησης (μιας και η διάταξη αυτή εισάγεται προς ψήφιση στο πλαίσιο μίας εκπρόθεσμης και άσχετης τροπολογίας) και β) η εκ των προτέρων θέσπιση “ανεύθυνου” και “ακαταδίωκτου” για συγκεκριμένες ομάδες προσώπων αποτελεί μία αμφίβολης νομιμότητας και συνταγματικότητας ενέργεια (βλ. περισσότερα εδώ). Δεν μπορεί παρά να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι στο πλαίσιο της συζήτησης στη Βουλή, η συγκεκριμένη διάταξη υποστηρίχθηκε ότι “εξασφαλίζει ποινική ασυλία” και “υποκρύπτει κρυπτοαµνηστία” (βλ. σελ. 75 πρακτικών και τοποθέτηση βουλευτών ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ). Ακόμα, η απαίτηση της ύπαρξης αίτησης από τον Διοικητή της ΕΑΔ για την έναρξη ή τη συνέχιση ποινικής διαδικασίας (αν και δεν είναι η μόνη περίπτωση ή το μόνο έγκλημα στο οποίο απαιτείται η υποβολή αίτησης εκ μέρους της Διοίκησης) θα μπορούσε να νοηθεί ως μη νόμιμος περιορισμός της δικαστικής εξουσίας ή ως αμφισβήτηση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, ιδίως για τις περιπτώσεις που αφορούν τις εκκρεμείς υποθέσεις. 

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών κάποιες μέρες μετά την ψήφιση της εν λόγω τροπολογίας, εκδόθηκε βούλευμα από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών το οποίο αφορά υπόθεση στο πλαίσιο της οποίας διερευνάται η δράση δημοσίων λειτουργών, μεταξύ των οποίων φαίνεται να είναι και μέλη της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών. Η χρονική συγκυρία στην οποία λαμβάνει χώρα η ψήφιση των υπό κρίση μέτρων εγείρει, λοιπόν, πρόσθετους προβληματισμούς ως προς τον σκοπό που αυτή η διάταξη τελικά εξυπηρετεί. Και τούτο διότι ενδέχεται να υποκρύπτει μία προσπάθεια επέμβασης στο έργο της δικαστικής εξουσίας επί συγκεκριμένης υπόθεσης και εν τέλει να ψηφίζεται για άλλο σκοπό από αυτόν που υποτίθεται ότι εξυπηρετεί. Αξίζει σε κάθε περίπτωση να αναφερθεί, ότι σύμφωνα με δημοσιεύματα η δράση της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών φαίνεται να έχει σχολιαστεί έντονα και με αρνητικό τρόπο κατά το παρελθόν (βλ. μεταξύ άλλων 1 και 2) και ταυτόχρονα η εν λόγω Επιτροπή φαίνεται να έχει σταματήσει να υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια (βλ. μεταξύ άλλων παρ. 11 άρθρου 26 ν. 4223/2013 που προβλέπει την παύση ισχύος των διατάξεων του ν. 2238/1994).

Πού εντοπίζεται το πρόβλημα με το Κράτος Δικαίου;

Η τήρηση των αρχών της καλής νομοθέτησης και η διάκριση των εξουσιών αποτελούν ορισμένα από τα συστατικά στοιχεία του κράτους δικαίου. Ακόμη, οι νόμοι που θεσπίζουν περιορισμούς στην άσκηση εκ μέρους των δικαστικών λειτουργών της δικαιοδοσίας/εξουσίας που τους έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα  πρέπει να πληρούν κάποιες προϋποθέσεις, όπως το να εξυπηρετούν συγκεκριμένους σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και να μην περιορίζουν υπέρμετρα τον πυρήνα της δικαστικής εξουσίας. Τέλος, η ανάθεση σε διοικητικά όργανα “δικαστικών” εξουσιών πρέπει να λαμβάνει χώρα πάντοτε με προσοχή καθώς ενδέχεται να αντίκειται στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών. 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μέσω εκπρόθεσμης και άσχετης τροπολογίας τροποποιείται και επεκτείνεται και σε άλλες ομάδες δημοσίων υπαλλήλων ένα είδος ακαταδίωκτου και θεσπίζονται κάποιες πρόσθετες προϋποθέσεις (όπως η αίτηση του Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας) για την έναρξη και τη συνέχιση ποινικών διαδικασιών που αφορούν τους συγκεκριμένους υπαλλήλους. 

Παρότι είναι θεμιτό το να προσπαθεί το κράτος να προστατεύσει τους δημοσίους υπαλλήλους από ψευδείς μηνύσεις και παρακώλυση του έργου τους, η ψήφιση της συγκεκριμένης διάταξης λαμβάνει χώρα σε χρόνο κατά τον οποίο εκκρεμεί ενώπιον της Δικαιοσύνης συγκεκριμένη υπόθεση που αφορά δημοσίους υπαλλήλους που εντάσσονται στην κατηγορία για την οποία θεσπίζεται το συγκεκριμένο ακαταδίωκτο, όπως αναφέρει δημοσίευμα εφημερίδας. Η συγκεκριμένη συγκυρία δεν μπορεί παρά να δημιουργεί  αμφιβολίες, καθώς ενδέχεται να θεωρηθεί ότι υποκρύπτει επέμβαση στο έργο της δικαστικής εξουσίας.

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Περισσοτερα
Αν έχεις εντοπίσει παραβίαση του Κράτους Δικαίου, κάνε κι εσύ αναφορά!
ΕΠΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΦΟΡΜΑΣ ΣΤΟ GOVWATCH
ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ GLOBALEAKS
Υποστήριξε το έργο του govwatch
ΚΑΝΕ ΔΩΡΕΑ