Στις 23 Οκτωβρίου 2019 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προχωρά στην υιοθέτηση της υπ΄ αριθμ. (EΕ) 2019/1937 οδηγίας (δείτε το κείμενο της οδηγίας στα ελληνικά εδώ και στα αγγλικά εδώ) καθώς θεωρήθηκε ότι ”…συχνά ο φόβος αντιποίνων αποθαρρύνει τους δυνητικούς πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος από την αναφορά των ανησυχιών ή των υπονοιών τους. Σε αυτό το πλαίσιο, αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο τόσο σε ενωσιακό όσο και σε διεθνές επίπεδο η σημασία της διασφάλισης ισορροπημένης και αποτελεσματικής προστασίας των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος….Η προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος που παρέχεται σήμερα στην Ένωση χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό μεταξύ των κρατών μελών και ανομοιομορφία μεταξύ των διάφορων τομέων πολιτικής” . Η οδηγία αυτή θέτει τα ελάχιστα κοινά πρότυπα που διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος σε προσδιορισμένους τομείς, με την επισήμανση ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την επέκταση της εφαρμογή και σε άλλους τομείς με σκοπό τη διασφάλιση ενός ολοκληρωμένου και συνεκτικού πλαισίου των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος σε εθνικό επίπεδο (βλ. για την ανάλυση του περιεχομένου της οδηγίας την ανάλυση της Διεθνούς Διαφάνειας- Ελλάς και τα κείμενα του Γ. Ραουνά και του Σ. Κωνσταντίνου).
Στο άρθρο 26 της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται ότι “Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία έως τις 17 Δεκεμβρίου 2021.”. Παρά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας, η Ελλάδα δεν έχει προβεί μέχρι και σήμερα (5-1-2021) στην ενσωμάτωση της εν λόγω οδηγίας (για την πορεία της ενσωμάτωσης της οδηγίας από τα κράτη-μέλη της ΕΕ δείτε εδώ και εδώ).
Η μη ενσωμάτωση της οδηγίας και η μη πρόβλεψη στην ελληνική έννομη τάξη ενός αποτελεσματικού πλαισίου για την προστασία των προσώπων που καταγγέλλουν πράξεις διαφθοράς, δημιουργεί περαιτέρω προβληματισμούς αν αναλογιστεί κανείς το χρονικό πλαίσιο στο οποίο λαμβάνει χώρα μία τέτοια παράλειψη εκ μέρους της Ελλάδας. Ειδικότερα, μόλις λίγο καιρό πριν είχε προκύψει μία διαφωνία σχετικά με το καθεστώς ανωνυμίας των προστατευόμενων μαρτύρων στην υπόθεση Novartis όσον αφορά την κατάθεσή τους σε συναφή ποινική διαδικασία (βλ. μεταξύ άλλων 1, 2, 3) ενώ μόλις τον Νοέμβριο του 2021 η Αξιωματική Αντιπολίτευση είχε καταγγείλει προσπάθεια της κυβέρνησης να “στείλει στο εδώλιο” τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος (βλ. μεταξύ άλλων 1, 2).
Αποτελεί υποχρέωση των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το να μεταφέρουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους τις διατάξεις των οδηγιών που έχουν υιοθετηθεί σε ενωσιακό επίπεδο.
Στην συγκεκριμένη, ωστόσο, περίπτωση η Ελλάδα παραβίασε τη συγκεκριμένη υποχρέωσή της καθώς μέχρι και τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας δεν είχε ενσωματώσει το περιεχόμενο της υπ’ αριθμ. (EΕ) 2019/1937 οδηγίας που αφορά την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης.
Παράλληλα, η παράλειψη πρόβλεψης ενός επαρκούς και αποτελεσματικού πλαισίου για την προστασία των προσώπων που δίνουν πληροφορίες για την πάταξη (και) φαινομένων διαφθοράς (γεγονός που συνδέεται άμεσα και με την ενσωμάτωση της εν λόγω οδηγίας), οδηγεί και σε ουσιαστικούς προβληματισμούς, καθώς εγείρει αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η Ελληνική Κυβέρνηση προχωρά στην λήψη ουσιαστικών μέτρων προς διασφάλιση των αρχών της διαφάνειας και της λογοδοσίας και γενικότερα την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!