Το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ προβλέπει ότι «Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή … εντός λογικής προθεσμίας …. επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως…». Η απαίτηση της διεξαγωγής/ολοκλήρωσης των (δικαστικών) διαδικασιών μέσα σε εύλογο χρόνο (δικαίωμα εύλογης διάρκειας της δίκης) αποτελεί μία από τις πτυχές του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Η υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών και οι αντίστοιχες καθυστερήσεις στην έκδοση ή στην εκτέλεση των αποφάσεων προσβάλλουν το δικαίωμα του ατόμου σε ταχεία απονομή της δικαιοσύνης και «ενδέχεται να υπονομεύουν τον σεβασμό του κράτους δικαίου και να παρακωλύουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη». Ειδικά στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας το δικαίωμα να δικαστεί κάποιος εντός ευλόγου χρόνου αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι οι κατηγορούμενοι δεν παραμένουν για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα σε κατάσταση αβεβαιότητας ως προς το αποτέλεσμα των ποινικών κατηγοριών που απαγγέλλονται εις βάρος τους. Κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ η «λογική» διάρκεια της διαδικασίας κρίνεται ανάλογα με τις πραγματικά περιστατικά της κάθε υπόθεσης και με τη βοήθεια των ακόλουθων κριτηρίων: α) την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, β) τη συμπεριφορά των προσφευγόντων, γ) τη συμπεριφορά των αρμοδίων αρχών καθώς και δ) το διακύβευμα της υπόθεσης για τους ενδιαφερόμενους.
Ακόμα, το άρθρο 13 (Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής) της ΕΣΔΑ καθιερώνει το δικαίωμα σε οποιονδήποτε παραβιάστηκε κάποιο δικαίωμα του από αυτά που αναγνωρίζονται στην ΕΣΔΑ να προσφύγει με τρόπο αποτελεσματικό ενώπιον των εθνικών αρχών και ταυτόχρονα επιβάλλει την υποχρέωση στο κράτος να προβλέψει τα κατάλληλα ένδικα βοηθήματα και μέσα για το σκοπό αυτό. Μεταξύ άλλων, το άρθρο 13 εγγυάται την πρόβλεψη και ύπαρξη στην εσωτερική έννομη τάξη μίας πραγματικής προσφυγής που να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να παραπονεθούν για την διάρκεια της διαδικασίας.
[Για περισσότερες πληροφορίες για τα άρθρα 6 παρ. 1 και 13 βλ. μεταξύ άλλων: 1 (ιδίως σελ. 63 επ), 2 (σελ. 111 επ. και ιδίως σελ. 162 επ. και 178 επ.), 3, 4].
Το 2015 εκδόθηκαν 6 αποφάσεις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), στο πλαίσιο των οποίων αναγνωρίστηκε ότι η Ελλάδα λόγω της υπερβολικής διάρκειας των ποινικών διαδικασιών παραβίασε τις διατάξεις της ΕΣΔΑ.
Σε γενικές γραμμές το ΕΔΔΑ ανέφερε ότι α) αντιμετώπισε κατ’ επανάληψη υποθέσεις με παρόμοια ζητήματα με αυτά των συγκεκριμένων υποθέσεων και διεπίστωσε παράβαση των διατάξεων της ΕΣΔΑ (βλ. Μιχελιουδάκης κατά Ελλάδας) β) δεν εντόπισε κάποιο πραγματικό περιστατικό ή επιχείρημα «που να το πείθει ότι πρέπει να καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των υπό κρίση αιτιάσεων», κατέληξε στο συμπέρασμα ότι i) η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική και δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις της «λογικής προθεσμίας» που απαιτεί το άρθρο 6 παρ. 1 και ii) μέχρι και την ψήφιση του ν. 4239/2014 η ελληνική έννομη τάξη δεν προσέφερε στους ενδιαφερόμενους πραγματική προσφυγή που να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να παραπονεθούν για την διάρκεια της διαδικασίας.
Ειδικότερα:
Α. Τον Φεβρουάριο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Λεφαντζης και λοιποί κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγών 52846/09, 61099/09, 63158/09, 66507/09, 67088/09, 1792/10, 9453/10, 19065/10 και 60560/10).
Η υπόθεση προέκυψε μετά από 9 προσφυγές δώδεκα προσφευγόντων και λόγω της ομοιότητας των προσφυγών, ως προς τα γεγονότα και το πρόβλημα ουσίας που αυτές θέτουν, το ΕΔΔΑ έκρινε αναγκαίο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση.
Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν (μεταξύ άλλων) για: α) την υπερβολική διάρκεια των ποινικών διαδικασιών που κινήθηκαν εναντίον τους και β) την έλλειψη πραγματικής προσφυγής στο εθνικό δίκαιο που να τους επιτρέπει να παραπονεθούν για το ανωτέρω ζήτημα.
Η διάρκεια των διαδικασιών κυμαινόταν από 3 χρόνια και πάνω από 3 μήνες για έναν βαθμό δικαιοδοσίας έως και πάνω από 11 χρόνια για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως προσδιορίζεται επακριβώς για κάθε προσφεύγοντα σε πίνακα εντός της απόφασης.
Β. Τον Απρίλιο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Καραβούλιας και Σκυρόδεμα Αξιού ΑΒΕΕ κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγών 21433/10 και 36203/10).
Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν (μεταξύ άλλων) για: α) την υπερβολική διάρκεια των ποινικών διαδικασιών και β) την έλλειψη πραγματικής προσφυγής στο εθνικό δίκαιο που να τους επιτρέπει να παραπονεθούν για ανωτέρω ζήτημα.
Η 1η διαδικασία αφορούσε την ποινική δίωξη που ασκήθηκε κατά του προσφεύγοντος για πλαστογραφία μετά χρήσεως, με τη συνολική διάρκεια της ποινικής διαδικασίας να ανέρχεται σε 7 έτη και πάνω από 3 μήνες για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας. Η 2η διαδικασία αφορούσε την κατάθεση έγκλησης με παράσταση πολιτικής αγωγής από την 2η προσφεύγουσα εταιρεία κατά ενός εκ των υπαλλήλων της για πλαστογραφία και κλοπή, με τη συνολική διάρκεια της ποινικής διαδικασίας να διαρκεί 10 έτη και πάνω από 8 μήνες για 1 βαθμό δικαιοδοσίας. Λόγω της ομοιότητας των προσφυγών το ΕΔΔΑ έκρινε σκόπιμο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση.
Το ΕΔΔΑ αφού εξέτασε τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιόν του και δεν βρήκε κάποιο ειδικότερο λόγο να αποκλίνει από την προηγούμενη νομολογία του επί παρόμοιων ζητημάτων, έκρινε πως η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική, δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της «λογικής προθεσμίας» και ως εκ τούτου παραβιάστηκε το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Ακόμα, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 της Σύμβασης, λόγω της απουσίας στο εθνικό δίκαιο (μέχρι και την έναρξη ισχύος του ν. 4239/2014) προσφυγής που θα επέτρεπε στους ενδιαφερόμενους να διεκδικήσουν την επικύρωση του δικαιώματός τους να εξεταστεί η υπόθεσή τους εντός εύλογης προθεσμίας.
Γ. Τον Απρίλιο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Κοδελάς κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 64806/09).
Στη συγκεκριμένη υπόθεση ο προσφεύγων ισχυρίστηκε (μεταξύ άλλων) ότι η διάρκεια της ποινικής διαδικασίας που διεξήχθη εναντίον του παρέβλεψε την αρχή της «λογικής προθεσμίας».
Το ΕΔΔΑ αφού υπογράμμισε ότι α) η διαδικασία εναντίον του προσφεύγοντος διήρκησε 9 χρόνια και 10 περίπου μήνες για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας [δηλαδή από τις 20-7-1999 (οπότε ασκήθηκε η ποινική δίωξη) έως τις 28-5-2009 (οπότε και καθαρογράφηκε η απόφαση του Αρείου Πάγου)], β) ακόμα και αν θεωρηθεί ότι ο προσφεύγων είναι υπεύθυνος για κάποιες καθυστερήσεις στην διεξαγωγή της διαδικασίας, δεν παύει να ισχύει το ότι η υπόλοιπη χρονική περίοδος ήταν υπερβολικά μεγάλη, έκρινε ότι η διάρκεια της διαδικασίας εν προκειμένω ήταν υπερβολική, δεν ανταποκρινόταν στην απαίτηση της «λογικής προθεσμίας» και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.
Δ. Τον Απρίλιο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Παλαιογιάννης κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 66438/09).
Στη συγκεκριμένη υπόθεση ο προσφεύγων ισχυρίστηκε (μεταξύ άλλων) ότι η διάρκεια της ποινικής διαδικασίας που διεξήχθη εναντίον του παρέβλεψε την αρχή της «λογικής προθεσμίας».
Το ΕΔΔΑ αφού υπογράμμισε ότι α) η διαδικασία εναντίον του προσφεύγοντος διήρκησε (τουλάχιστον) 8 χρόνια και 6 περίπου μήνες για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας [δηλαδή από τις 6-12-2000 (οπότε ασκήθηκε η ποινική δίωξη) έως τις 16-6-2009 (οπότε και δημοσιεύθηκε η απόφαση του Αρείου Πάγου, μιας και δεν προέκυπτε από τα στοιχεία της δικογραφίας η ημερομηνία της καθαρογραφής της)], β) η υπόθεση δεν παρουσιάζε κάποια ιδιαίτερη δυσκολία και γ) δεν υπήρχε κάποιο στοιχείο ικανό να αποδείξει ευθύνη του προσφεύγοντα για την καθυστέρηση της διαδικασίας, έκρινε ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η διάρκεια της διαδικασίας υπήρξε υπερβολική και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1.
Ε. Τον Απρίλιο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Καρατζά και Καραμανόγλου κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 66529/09).
Στη συγκεκριμένη υπόθεση, οι προσφεύγουσες ισχυρίστηκαν ότι: α) κατά την διάρκεια της ποινικής διαδικασίας που στρεφόταν εναντίον τους δεν τηρήθηκε η αρχή της «εύλογης προθεσμίας», β) στην Ελλάδα δεν υφίσταται πραγματική προσφυγή που να επιτρέπει σε κάποιον να παραπονεθεί για την υπερβολική διάρκεια της δίκης.
Ειδικότερα, τον Φεβρουάριο του 2006 κατατέθηκε μήνυση εναντίον των προσφευγουσών για τα αδικήματα της εξύβρισης και της δυσφήμησης. Τον Μάιο του 2006 και τον Ιανουάριο του 2007 ο εισαγγελέας κάλεσε τις προσφεύγουσες να τοποθετηθούν επί των κατηγοριών. Τον Ιούνιο του 2007 ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών τους άσκησε ποινική δίωξη. Τον Μάιο του 2009 με απόφασή του το Πλημμελειοδικείο Αθηνών περάτωσε την ποινική διαδικασία κατά των προσφευγουσών καθώς η μηνύτρια απέσυρε τη μήνυσή της κατά την συνεδρίαση του δικαστηρίου.
Όσον αφορά την 1η προσφεύγουσα, το ΕΔΔΑ αφού υπογράμμισε ότι α) η διαδικασία εναντίον της διήρκησε πλέον των 3 ετών για έναν βαθμό δικαιοδοσίας [δηλαδή από τις 17-5-2006 (ημερομηνία που ο εισαγγελέας κάλεσε την προσφεύγουσα να τοποθετηθεί επί των κατηγοριών) έως τις 29-5-2009 (ημερομηνία έκδοσης της απόφασης με την οποία περατώνεται η ποινική διαδικασία), β) η υπόθεση δεν παρουσίαζε κάποια ιδιαίτερη δυσκολία και γ) η επιμήκυνση της διαδικασίας δεν οφείλόταν στη συμπεριφορά της προσφεύγουσας, έκρινε ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η διάρκεια της διαδικασίας υπήρξε υπερβολική και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1. Ακόμα, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 της Σύμβασης, λόγω της απουσίας στο εθνικό δίκαιο (μέχρι και την έναρξη ισχύος του ν. 4239/2014) προσφυγής που θα επέτρεπε στους ενδιαφερόμενους να διεκδικήσουν την επικύρωση του δικαιώματός τους να εξεταστεί η υπόθεσή τους εντός εύλογης προθεσμίας.
Αντιθέτως, όσον αφορά την 2η προσφεύγουσα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η διάρκεια των δύο ετών και 4 μηνών για έναν βαθμό δικαιοδοσίας (δηλαδή από τις 18-1-2007 οπότε και εκλήθη η προσφεύγουσα από τον εισαγγελέα έως τις 29-5-2009, οπότε και εκδόθηκε η απόφαση του πλημμελειοδικείου) δεν είναι παράλογη από μόνη της. Καθώς δεν υπήρξε κάποια αδικαιολόγητη περίοδος αδράνειας ή καθυστέρηση εκ μέρους των δικαστικών αρχών, η συγκεκριμένη διαδικασία πληρούσε την απαίτηση της λογικής προθεσμίας και ως εκ τούτου ο σχετικός ισχυρισμός της 2ης προσφεύγουσας για παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 απορρίφθηκε από το ΕΔΔΑ ως προδήλως αβάσιμος. Ως προδήλως αβάσιμος απορρίφθηκε και ο ισχυρισμός της 2ης προσφεύγουσας για παραβίαση του άρθρου 13.
ΣΤ. Τον Ιούλιο του 2015 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Θεοδωρόπουλος και Βεντούρης κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγών 35950/09 και 7750/10).
Οι προσφεύγοντες (με 2 διαφορετικές προσφυγές) παραπονέθηκαν (μεταξύ άλλων) για: α) την υπερβολική διάρκεια των ποινικών διαδικασιών και β) την έλλειψη πραγματικής προσφυγής στο εθνικό δίκαιο αναφορικά με το ανωτέρω ζήτημα. Η 1η προσφυγή αφορούσε ποινική διαδικασία που διήρκησε 6 έτη και πάνω από 3 μήνες για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας. Η 2η προσφυγή αφορούσε ποινική διαδικασία που διήρκησε 7 περίπου έτη για 3 βαθμούς δικαιοδοσίας. Λόγω της ομοιότητας των προσφυγών το ΕΔΔΑ έκρινε σκόπιμο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση.
Το ΕΔΔΑ αφού εξέτασε τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιόν του και δεν βρήκε κάποιο ειδικότερο λόγο να αποκλίνει από την προηγούμενη νομολογία του επί παρόμοιων ζητημάτων, έκρινε πως η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική και δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις της «λογικής προθεσμίας». Επιπλέον επεσήμανε ότι ο 2ος προσφεύγων δεν είχε στη διάθεσή του καμία πραγματική προσφυγή που να του επιτρέπει να προβάλει τις σχετικές με τη διάρκεια της διαδικασίας αιτιάσεις του. Για τους λόγους αυτούς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρξε παραβίαση των άρθρων 6 παρ. 1 και 13 της ΕΣΔΑ.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!