ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ
ΑΡΘΡΑ
Χριστιάννα Στυλιανίδου 31 • 12 • 2016

Καταδίκες της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ το έτος 2016 για τη διάρκεια των ποινικών διαδικασιών

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Καταδίκες της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ το έτος 2016 για τη διάρκεια των ποινικών διαδικασιών
31 • 12 • 2016

Κατά το έτος 2016 εκδόθηκαν 5 αποφάσεις του ΕΔΔΑ, στο πλαίσιο των οποίων διαπιστώθηκε η εκ μέρους της Ελλάδας παραβίαση των άρθρων 6 ή/και 13 της ΕΣΔΑ λόγω της υπερβολικής διάρκειας των διαδικασιών ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων.  

  1. Το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ προβλέπει ότι «Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή … εντός λογικής προθεσμίας …. επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως…». Η απαίτηση της διεξαγωγής/ολοκλήρωσης των (δικαστικών) διαδικασιών μέσα σε εύλογο χρόνο (δικαίωμα εύλογης διάρκειας της δίκης) αποτελεί μία από τις πτυχές του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Η υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών και οι αντίστοιχες καθυστερήσεις στην έκδοση ή στην εκτέλεση των αποφάσεων προσβάλλουν το δικαίωμα του ατόμου σε ταχεία απονομή της δικαιοσύνης και «ενδέχεται να υπονομεύουν τον σεβασμό του κράτους δικαίου και να παρακωλύουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη». Ειδικά στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας το δικαίωμα να δικαστεί κάποιος εντός ευλόγου χρόνου αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι οι κατηγορούμενοι δεν παραμένουν για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα σε κατάσταση αβεβαιότητας ως προς το αποτέλεσμα των ποινικών κατηγοριών που απαγγέλλονται εις βάρος τους.  Κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ η «λογική» διάρκεια της διαδικασίας κρίνεται ανάλογα με τις πραγματικά περιστατικά της κάθε υπόθεσης και με τη βοήθεια των ακόλουθων κριτηρίων: α) την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, β) τη συμπεριφορά των προσφευγόντων, γ) τη συμπεριφορά των αρμοδίων αρχών καθώς και δ) το διακύβευμα της υπόθεσης για τους ενδιαφερόμενους. 

Ακόμα, το άρθρο 13 (Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής) της ΕΣΔΑ καθιερώνει το δικαίωμα σε οποιονδήποτε παραβιάστηκε κάποιο δικαίωμα του από αυτά που αναγνωρίζονται στην ΕΣΔΑ να προσφύγει με τρόπο αποτελεσματικό ενώπιον των εθνικών αρχών και ταυτόχρονα επιβάλλει την υποχρέωση στο κράτος να προβλέψει τα κατάλληλα ένδικα βοηθήματα και μέσα για το σκοπό αυτό. Μεταξύ άλλων, το άρθρο 13 εγγυάται την πρόβλεψη και ύπαρξη στην εσωτερική έννομη τάξη μίας πραγματικής προσφυγής που να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να παραπονεθούν για την διάρκεια της διαδικασίας. 

ια περισσότερες πληροφορίες για τα άρθρα 6 παρ. 1 και 13 βλ. μεταξύ άλλων: 1 (ιδίως σελ. 63 επ), 2 (σελ. 111 επ. και ιδίως σελ. 162 επ. και 178 επ.), 3, 4].

  1. Το 2016 εκδόθηκαν 5 αποφάσεις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), στο πλαίσιο των οποίων αναγνωρίστηκε ότι η Ελλάδα λόγω της υπερβολικής διάρκειας των ποινικών διαδικασιών παραβίασε τις διατάξεις της ΕΣΔΑ. 

Ειδικότερα: 

Α. Τον Ιανουάριο του 2016 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Λούλη-Γεωργοπούλου και λοιποί κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγών 28471/10, 35267/11, 44851/11, 66773/11). 

Η υπόθεση προέκυψε από 4 προσφυγές και λόγω της ομοιότητας αυτών, τόσο ως προς τα γεγονότα όσο και το πρόβλημα ουσίας που αυτές έθεταν, το ΕΔΔΑ έκρινε αναγκαίο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση.

Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν για: α) την διάρκεια των διαδικασιών που εισήχθησαν ενώπιον των ποινικών διαδικασιών και β) την απουσία πραγματικής προσφυγής που να επιτρέπει σε κάποιον να παραπονεθεί για την υπερβολική διάρκεια της δίκης.

Η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών κυμαινόταν από 4 χρόνια και 5 μήνες για έναν βαθμό δικαιοδοσίας έως 13 χρόνια και ένα μήνα για τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως αυτή προσδιορίζεται επακριβώς για κάθε προσφεύγοντα σε πίνακα εντός της απόφασης.

Το ΕΔΔΑ αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον του και δεν βρήκε κάποιο ειδικότερο λόγο να αποκλίνει από την προηγούμενη νομολογία του επί παρόμοιων ζητημάτων, έκρινε πως: α) υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ καθώς η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική και δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της «λογικής προθεσμίας» β) υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 καθώς δεν υπήρχε (μέχρι και την έναρξη ισχύος του ν. 4239/2014) προσφυγή στο εσωτερικό δίκαιο που να επιτρέπει στους προσφεύγοντες να λάβουν την επικύρωση του δικαιώματός τους να δικασθεί η υπόθεσή τους εντός λογικής προθεσμίας. 

Β. Τον Ιανουάριο του 2016 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση L.E. κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 71545/12). 

Η προσφεύγουσα παραπονέθηκε (μεταξύ άλλων) για α) την διάρκεια της ποινικής διαδικασίας στην οποία παρίστατο ως πολιτικώς ενάγουσα και β) την απουσία πραγματικής προσφυγής που να επιτρέπει σε κάποιον να παραπονεθεί για την υπερβολική διάρκεια της δίκης.

Πρέπει να αναφερθεί ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση το ΕΔΔΑ αφού διαπίστωσε ότι υπήρξαν: α) βραδύτητα όσον αφορά την λήψη επιχειρησιακών μέτρων υπέρ της προσφεύγουσας (η οποία υπήρξε θύμα σωματεμπορίας) και β) ανεπάρκειες ως προς την τήρηση των δικονομικών υποχρεώσεων που είχε το Ελληνικό Κράτος δυνάμει του άρθρου 4 της ΕΣΔΑ (απαγόρευση της δουλείας και των καταναγκαστικών έργων), έκρινε πως υπήρξε και παραβίαση της ως άνω διάταξης. 

Γ. Τον Μάρτιο του 2016 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Αρβανίτου και λοιποί κατά  Ελλάδας (αρ. προσφυγών 63584/10, 72018/10, 72793/10 και 39868/11). 

Η υπόθεση προέκυψε από 4 προσφυγές και λόγω της ομοιότητας αυτών, τόσο ως προς τα γεγονότα όσο και το πρόβλημα ουσίας που αυτές έθεταν, το ΕΔΔΑ έκρινε αναγκαίο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση. 

Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν για την διάρκεια των διαδικασιών που εισήχθησαν ενώπιον των πολιτικών και ποινικών διαδικασιών. 

Η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών κυμαινόταν από 5 χρόνια και 9 μήνες για έναν βαθμό δικαιοδοσίας έως 9 χρόνια και 9 μήνες για τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως  προσδιορίζεται επακριβώς για κάθε προσφεύγοντα σε πίνακα εντός της απόφασης.

Το ΕΔΔΑ αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον του και δεν βρήκε  κάποιο ειδικότερο λόγο να αποκλίνει από την προηγούμενη νομολογία του επί παρόμοιων ζητημάτων, έκρινε πως υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ καθώς η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική και δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της «λογικής προθεσμίας».

Δ. Τον Απρίλιο του 2016 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Κυριακού και Παναγιωτέας κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγών 34828/10, 11674/11).

Η υπόθεση προέκυψε από 2 προσφυγές και λόγω της ομοιότητας αυτών, τόσο ως προς τα γεγονότα όσο και το πρόβλημα ουσίας που αυτές έθεταν, το ΕΔΔΑ έκρινε αναγκαίο να τις συνεκδικάσει και εξέδωσε μία απόφαση. 

Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν α) για την διάρκεια των διαδικασιών που εισήχθησαν ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και β) την απουσία πραγματικής προσφυγής που να επιτρέπει σε κάποιον να παραπονεθεί για την υπερβολική διάρκεια της δίκης.

Η πρώτη προσφυγή αφορούσε διαδικασία που διήρκησε 3 χρόνια και 4 μήνες για έναν βαθμό δικαιοδοσίας. Η δεύτερη προσφυγή αφορούσε διαδικασία που διήρκησε 11 χρόνια και 10 μήνες για τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας. 

Το ΕΔΔΑ αφού σημείωσε πως: α) έχει χειριστεί πολλές φορές υποθέσεις που θέτουν παρόμοια ζητήματα με αυτά της υπό κρίση υπόθεσης και έχει διαπιστώσει παραβίαση των άρθρων 6 και 13 της ΕΣΔΑ και β) δεν βρήκε  κάποιο ειδικότερο λόγο να αποκλίνει από την προηγούμενη νομολογία του επί παρόμοιων ζητημάτων, έκρινε ότι: i) υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ καθώς η διάρκεια των επίδικων διαδικασιών ήταν υπερβολική και δεν ανταποκρινόταν στην απαίτηση της λογικής προθεσμίας και ii) υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ καθώς κατά τον χρόνο των γεγονότων δεν προβλεπόταν στο εθνικό δίκαιο μία προσφυγή που να επιτρέπει στους προσφεύγοντες να επιτύχουν την επικύρωση του δικαιώματός τους να εκδικαστεί η υπόθεσή τους εντός λογικής προθεσμίας. 

Ε. Τον Απρίλιο του 2016 εκδόθηκε η απόφαση (βλ. 1, 2) στην υπόθεση Μελετόπουλος και Δαβαράκης κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 46811/11) 

Οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν (μεταξύ άλλων) για τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας που κινήθηκε εναντίον τους. 

Το ΕΔΔΑ αφού σημείωσε ότι: α) η ποινική διαδικασία διήρκησε περισσότερο από 6 χρόνια για δύο βαθμούς δικαιοδοσίας [δηλαδή από τις 13-12-2004 (οπότε και ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά των προσφευγόντων) έως τις 26-1-2011 (οπότε και δημοσιεύθηκε η απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που απάλλαξε τους προσφεύγοντες)], β) η ποινική υπόθεση κατά των προσφευγόντων δεν παρουσίαζε ιδιαίτερη πολυπλοκότητα, γ) η διαδικασία ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου διήρκησε από μόνη της 5 χρόνια, δ) η λήψη αναβολών από τους ενδιαφερόμενους δεν απαλλάσσει τους δικαστές από την υποχρέωση να εξασφαλίσουν την ταχύτητα που επιδιώκεται από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και ε) ακόμα και αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι οι προσφεύγοντες συνέβαλαν στην παράταση της διαδικασίας με τις αιτήσεις αναβολής, οι δικαστικές αρχές επίσης συνέβαλαν στην παράλογη επιμήκυνση της υπό κρίση διαδικασίας ορίζοντας δικασίμους σε ημερομηνίες που απείχαν πολύ από εκείνες των αναβολών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διάρκεια της επίδικης διαδικασίας ήταν υπερβολική, δεν ανταποκρινόταν στην απαίτηση της «λογικής προθεσμίας» και ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. 

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Περισσοτερα
Υποστήριξε το έργο του govwatch
ΚΑΝΕ ΔΩΡΕΑ