ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Χριστιάννα Στυλιανίδου 28 • 07 • 2021

Η αλλαγή στον τρόπο ορισμού του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Η αλλαγή στον τρόπο ορισμού του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες
28 • 07 • 2021

Μέσω τροπολογίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης αλλάζει η ιδιότητα που πρέπει να έχει το πρόσωπο που θα οριστεί Πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες (εφ’ εξής Αρχή Νομιμοποίησης). Το γεγονός ότι θα μπορεί πλέον να ορίζεται ως Πρόεδρος και συνταξιούχος εισαγγελικός λειτουργός φέρνει αλλαγές και στον τρόπο που αυτός/ή θα ορίζεται, γεγονός που ενδέχεται να δημιουργήσει αμφιβολίες ως προς την ανεξαρτησία μίας Αρχής πολύ κρίσιμης για την καταπολέμηση της διαφθοράς, καθώς θα επιλέγεται πλέον (ευθέως) από την Κυβέρνηση και όχι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.  

Το απόγευμα της προηγούμενης μέρας από τη συνεδρίαση της Βουλής για την ψήφιση του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, κατατίθεται εκπρόθεσμα η υπ’ αριθμ. 866/55/21-4-2021 “τροπολογία-προσθήκη του Υπουργείου Δικαιοσύνης” με το άρθρο 2 της οποίας τροποποιείται το άρθρο 47 του ν. 4557/2018 που αφορά τον/την Πρόεδρο της Αρχής Νομιμοποίησης. 

Η τροπολογία αυτή ψηφίστηκε αποκλειστικά και μόνο από τους βουλευτές της κυβέρνησης (βλ. τις ψήφους των κομμάτων σε σελ. 72 επ. των πρακτικών της Βουλής), ως άρθρο 236 του ν. 4798/2021, και εντάσσεται στο κεφάλαιο του νόμου που αφορά τις λοιπές επείγουσες διατάξεις. Απορίας άξιον βέβαια το γεγονός ότι αυτή η διάταξη χαρακτηρίστηκε ως επείγουσα και ταυτόχρονα θεωρήθηκε ορθό να κατατεθεί προς ψήφιση μέσω τροπολογίας σε ένα νομοσχέδιο που είχε ως αντικείμενο των Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων.Και αυτό, μάλιστα, ενώ  λίγους μήνες πριν είχε ψηφιστεί ο νόμος 4734/2020 που είχε ως κύριο αντικείμενο το ζήτημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες  και επέφερε αλλαγές στο νόμο 4557/2018 (που είναι και ο κύριος νόμος για το “ξέπλυμα βρώμικου χρήματος”) ενώ λίγους μήνες μετά ψηφίστηκε και ο νόμος 4816/2021 που επίσης έκανε το ίδιο. Το γεγονός αυτό καθιστά τουλάχιστον ύποπτη την επιλογή του να εισαχθεί η συγκεκριμένη διάταξη προς ψήφιση ως τροπολογία, σε άσχετο μάλιστα νόμο.  

Με την ψήφιση της συγκεκριμένης τροπολογίας, είναι πλέον δυνατή η επιλογή για τη θέση του/της Προέδρου της Αρχής και επί τιμή (δηλαδή που έχει συνταξιοδοτηθεί) Ανώτατου Εισαγγελικού Λειτουργού, ο/η οποίος/α θα επιλέγεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Δικαιοσύνης, ύστερα από πρόταση του τελευταίου και γνώµη της Μόνιµης Επιτροπής Θεσµών και Διαφάνειας της Βουλής. Με ποιο απλά λόγια, ο/η Πρόεδρος της Αρχής θα επιλέγεται πλέον από την Κυβέρνηση, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ουσιαστική εξασφάλιση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του/της επικεφαλής μίας Ανεξάρτητης Αρχής. Αξίζει σε κάθε περίπτωση να σημειωθεί ότι η προσωπική ανεξαρτησία του/της επικεφαλής μίας ανεξάρτητης αρχής εκδηλώνεται μεταξύ άλλων και στον διορισμό του/της βάσει διαδικασίας που παρέχει εγγυήσεις αδιάβλητης κρίσης. Άλλωστε, πριν την αλλαγή του άρθρου και την δυνατότητα επιλογής και επί τιμή Εισαγγελικού Λειτουργού, η επιλογή του/της επικεφαλής της Αρχής, ο οποίος έπρεπε να είναι εν ενεργεία Εισαγγελικός Λειτουργός, γινόταν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου (βλ. προϊσχύσασα μορφή ν. 4557/2018), δηλαδή ενός οργάνου της Δικαστικής Εξουσίας που είναι ανεξάρτητο από την κυβέρνηση, γεγονός που παρέχει τις απαραίτητες εγγυήσεις (ή τουλάχιστον περισσότερες εγγυήσεις) αδιάβλητης κρίσης. 

Εκτός από το ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν τηρήθηκαν οι κανόνες καλής νομοθέτησης που προβλέπει το Σύνταγμα, τα άρθρα 87, 88 και 101 του Κανονισμού της Βουλής και το Εγχειρίδιο Νομοπαρασκευαστικής Μεθοδολογίας για τις τροπολογίες, το ουσιαστικό περιεχόμενο αυτής εγείρει περισσότερους προβληματισμούς/ζητήματα παραβίασης του κράτους δικαίου. Για το λόγο αυτό, έντονες ήταν και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν. Τα κόμματα της Αντιπολίτευσης (βλ. σελ. 5, 13, 31, 46, 51, 56, 63 των πρακτικών της Βουλής), ζήτησαν την απόσυρση της τροπολογίας κάνοντας λόγο μεταξύ άλλων για φωτογραφική διάταξη, προσπάθεια νομιμοποίησης μίας (ήδη ειλημμένης) απόφασης με παράκαμψη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου,  και γενικότερα για προσπάθεια κατάλυσης της ανεξαρτησίας μίας Ανεξάρτητης Αρχής ενώ υποστήριξαν την ανάγκη προστασίας της (εικόνας της) ανεξαρτησίας του Δικαστικού Σώματος. 

Την απόσυρση της τροπολογίας ζήτησε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, επικαλούμενη την πάγια θέση της ότι “οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί δεν θα πρέπει να καταλαμβάνουν καμία πολιτική ή δημόσια θέση ή θέση σε Ανεξάρτητη Αρχή, για μία διετία μετά την αφυπηρέτηση”, αναφέροντας ότι πρέπει “να δοθεί οριστικό τέλος στη λογική περί συγκοινωνούντων δοχείων της κρατικής εξουσίας, που πληγώνει πάντα το κύρος μόνο της δικαστικής” καθώς με αυτό τον τρόπο ενδέχεται να θίγεται η ουσία και η εικόνα της Ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Όπως αναφέρει βέβαια ο  Γ. Πεπόνης (Αντισαγγελέας του Αρείου Πάγου επί τιμή), το πρόβλημα της Ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με το ζήτημα της επιλογής ενός επί τιμή εισαγγελικού λειτουργού αλλά είναι γενικότερο. Και αυτό επειδή αν υπάρχει όντως κάποιο κάποιο πρόβλημα στην Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, τότε αυτό αφορά συγκεκριμένα άτομα (και όχι το σύνολο της Δικαιοσύνης) και λογικά το ζήτημα αυτό προϋπήρχε της συνταξιοδότησης και δεν παρουσιάζεται το πρώτον όταν αυτά τα πρόσωπα συνταξιοδοτούνται και λαμβάνουν τον τίτλο του επί τιμής.

Πού εντοπίζεται το πρόβλημα με το Κράτος Δικαίου;

Σε ένα κράτος δικαίου η κυβέρνηση και η Βουλή οφείλουν να παράγουν νόμους εφαρμόζοντας τόσο το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, όσο και τους υπόλοιπους κανόνες που έχουν θεσπιστεί για να εγγυώνται και να προωθούν πρακτικές καλής και διαφανούς νομοθέτησης.

Η ουσία των διατάξεων που ψηφίζονται αλλά και ο χρόνος που αυτές οι αλλαγές λαμβάνουν χώρα πρέπει επίσης να μην δημιουργούν αμφιβολίες ή προβληματισμούς αναφορικά με τον σκοπό που οι αλλαγές αυτές εξυπηρετούν. 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο, τόσο η τυπική διαδικασία που ακολουθήθηκε όσο και η ίδια η ουσία της διάταξης που ψηφίστηκε, προκαλούν πολλαπλά ζητήματα/αμφιβολίες σε επίπεδο κράτους δικαίου.

Η αλλαγή του τρόπου ορισμού του Προέδρου της Αρχής Νομιμοποίησης προωθήθηκε μέσω της κατάθεσης τροπολογίας στο (άσχετο) νομοσχέδιο για τον Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων και δεν εντάχθηκε σε κάποιο από τα νομοσχέδια που αφορούσαν το (σχετικό) ζήτημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες.

Ο Πρόεδρος μπορεί πλέον να είναι και επίτιμος εισαγγελικός λειτουργός και σε αυτή την περίπτωση επιλέγεται από την Κυβέρνηση και όχι το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Με αυτόν τον τρόπο επιλέχθηκε τελικά ο επόμενος Πρόεδρος της Αρχής Νομιμοποίησης, δύο μόλις μήνες μετά την ψήφιση της συγκεκριμένης τροπολογίας. Οι αντιδράσεις που έλαβαν χώρα στη Βουλή αλλά και η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, συμπληρώνουν την εικόνα των προβληματικών στοιχείων της υπό κρίση περίπτωσης. 

Χριστιάννα Στυλιανίδου
Περισσοτερα
Αν έχεις εντοπίσει παραβίαση του Κράτους Δικαίου, κάνε κι εσύ αναφορά!
ΕΠΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΦΟΡΜΑΣ ΣΤΟ GOVWATCH
ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ GLOBALEAKS
Υποστήριξε το έργο του govwatch
ΚΑΝΕ ΔΩΡΕΑ