Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) αποτελεί την ανεξάρτητη Αρχή που κατά τον συνταγματικό και κοινό νομοθέτη έχει την αρμοδιότητα για τον έλεγχο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) κατά τη διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών.
Αναλυτικότερα, το άρθρο 19 του Συντάγματος κατοχυρώνει το απόρρητο των επικοινωνιών ως «απολύτως απαβίαστο» και την ΑΔΑΕ ως εγγυήτρια της διασφάλισής του (Άρθρο 19 παρ. 1 εδ. α’: «Tο απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο» | Άρθρο 19 παρ. 2: «Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1»).
Στο πλαίσιο των παραπάνω συνταγματικών προβλέψεων, οι διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 περ. α και ε του ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α’ 47/27.2.2003), ο οποίος κατοχυρώνει τις αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, προβλέπουν ότι η ανεξάρτητη Αρχή, «για την εκπλήρωση της αποστολής της», δύναται να: «α) Διενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, τράπεζες δεδομένων και έγγραφο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Y.Π.), άλλων δημοσίων υπηρεσιών οργανισμών, επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που ασχολούνται με ταχυδρομικές, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες σχετικές με την ανταπόκριση και την επικοινωνία. Τον έλεγχο διενεργεί μέλος ή μέλη της Α.Δ.Α.Ε., συμμετέχει δε και υπάλληλός της, ειδικά προς τούτο εντεταλμένος από τον πρόεδρό της για γραμματειακή υποστήριξη της διαδικασίας του ελέγχου. Κατά τον έλεγχο αρχείων που τηρούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας παρίσταται αυτοπροσώπως ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. [και να] ε) Εξετάζει καταγγελίες σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των αιτούντων, όταν θίγονται από τον τρόπο και τη διαδικασία άρσης του απορρήτου».
Ωστόσο, κατά την άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων εκ μέρους της ΑΔΑΕ με σκοπό τη θεσμικά επιβεβλημένη διαλεύκανση της υπόθεσης των παρακολουθήσεων, ο κ. Χρήστος Ράμμος, πρόεδρος της ανεξάρτητης Αρχής και αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) επί τιμή, έχει δεχθεί σωρεία λεκτικών επιθέσεων εκ μέρους κυβερνητικών αξιωματούχων, οι οποίες εγείρουν ζήτημα απόπειρας παρακώλυσης του έργου της ΑΔΑΕ και του επικεφαλής της, στο πλαίσιο της διερεύνησης του σκανδάλου των υποκλοπών.
Πιο συγκεκριμένα, στις 24 Ιανουαρίου 2023 ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου επιτέθηκε μέσω ανακοίνωσης κατά του κ. Ράμμου, λέγοντας ότι «τα όσα εδώ και καιρό πράττει ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ συνιστούν βαρύ ατόπημα, θεσμικό και πολιτικό» και πως συμμετέχει σε «σχέδιο εξυπηρέτησης κομματικών σκοπιμοτήτων» της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Καταρχάς, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι παραπάνω δηλώσεις του κ. Οικονόμου έγιναν όταν η ΑΔΑΕ, ασκώντας τις προαναφερθείσες αρμοδιότητές της, προχώρησε σε ελέγχους στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους και τεκμηρίωσε ότι η ΕΥΠ, υπό την αρμοδιότητα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, είχε άρει το απόρρητο των επικοινωνιών σε βάρος του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη, του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνου Φλώρου, του αρχηγού ΓΕΣ Χαράλαμπου Λαλούση, του πρώην Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας Αλέξανδρου Διακόπουλου, του επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών Αριστείδη Αλεξόπουλου, καθώς και του προκατόχου του τελευταίου στην ίδια θέση Θεόδωρου Λάγιου.
Σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η γνωστοποίηση των ευρημάτων της ΑΔΑΕ στη Βουλή έγινε κατόπιν συνάντησης του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα με τον κ. Ράμμο, αφότου η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ελεγχόμενη από την πλειοψηφία της ΝΔ, είχε απορρίψει το αίτημα του προέδρου της ΑΔΑΕ για σύγκληση και θεσμική ενημέρωσή της για τα ευρήματα των ελέγχων της ανεξάρτητης Αρχής, αφού άλλωστε πρόκειται για την κοινοβουλευτική επιτροπή που ήταν επιφορτισμένη με τη διερεύνηση του σκανδάλου των παρακολουθήσεων. Μάλιστα, ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο οποίος επίσης έλαβε το θεσμικό αίτημα του προέδρου της ΑΔΑΕ για σύγκληση και ενημέρωση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, χαρακτήρισε μειωτικά τον κ. Ράμμο ως «αυτόκλητο καλεσμένο», προσθέτοντας: «Η επιτροπή καλεί. Δεν αυτοπροτάσσεται κάποιος. Δεν είναι παραξενιά ή πείσμα. Υπάρχει θεσμική διαδικασία». Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο συνταγματολόγος και καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Ξενοφών Κοντιάδης χαρακτήρισε «θεσμικό ατόπημα» τη μη κλήση Ράμμου από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Ακόμη, πάλι σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η ενημέρωση ενός πολιτικού αρχηγού από τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ αποτελεί θεσμική ενέργεια, καθώς προβλέπεται νομοθετικά και συγκεκριμένα από το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 5002/2022 (ΦΕΚ Α’ 228/9.12.2022), σύμφωνα με το οποίο «ο πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. ενημερώνει για θέματα άρσεων απορρήτου επικοινωνιών τον Πρόεδρο της Βουλής, τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και τον Υπουργό Δικαιοσύνης».
Λίγους μήνες αργότερα, την 1η Νοεμβρίου 2023, ο κ. Ράμμος δέχθηκε επίθεση και από τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος από το βήμα της Βουλής τον κατηγόρησε ότι έχει «προσωπική ατζέντα» και ότι βρίσκεται σε «ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ», χαρακτηρίζοντας μάλιστα την ΑΔΑΕ «σουρωτήρι». Όπως και στην περίπτωση των επιθέσεων του κ. Οικονόμου, ο πρωθυπουργός επιχείρησε ψευδώς να υποστηρίξει ότι οι θεσμικές ενέργειες της ΑΔΑΕ και του προέδρου της δεν οφείλονται στην επιβεβλημένη άσκηση των προβλεπόμενων αρμοδιοτήτων τους με σκοπό τη διαλεύκανση του σκανδάλου των υποκλοπών, αλλά σε πολιτικά κίνητρα που συνδέονται με την αντιπολίτευση.
Οι παραπάνω αναφορές του πρωθυπουργού έγιναν κατά την επαναφορά της υπόθεσης των παρακολουθήσεων στην επικαιρότητα, μετά την αποκάλυψη ότι η κυβέρνηση επιτάχυνε τη διαδικασία αντικατάστασης μελών της ΑΔΑΕ, όταν ο πρόεδρος Ράμμος έστειλε πρόσκληση για συνεδρίαση της Ανεξάρτητης Αρχής με θέμα την επιβολή προστίμου στην ΕΥΠ ύψους 100.000 ευρώ για άρνηση συνεργασίας της Υπηρεσίας κατά τους ελέγχους για το σκάνδαλο των υποκλοπών (1, 2).
Στις 2 Νοεμβρίου 2023, κατά τη διάρκεια επιστημονικού συνεδρίου για τις ανεξάρτητες Αρχές, ο κ. Ράμμος τοποθετήθηκε σχετικά με τις επιθέσεις σε βάρος του: «Στα γεράματα απέκτησα και ατζέντα. Σαράντα χρόνια στο ΣτΕ, δικαστής ποτέ δεν έδωσα αφορμή για το παραμικρό. Ποτέ δεν ακούστηκε το παραμικρό για μένα. Νιώθω ότι θίγεται η τιμή και η υπόληψή μου, η δικαστική μου τιμή. Αυτές δεν είναι συνθήκες για να εκτελεί τα καθήκοντά του ο επικεφαλής μιας ανεξάρτητης αρχής σε μια ευρωπαϊκή χώρα». Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ είπε ακόμη πως «αν ήθελα να είχα ατζέντα δεν θα είχα επιλέξει την ΑΔΑΕ, πήγα εκεί για να βοηθήσω» και μίλησε για «δυσκολίες» και «προσπάθεια παρεμπόδισης της ΑΔΑΕ να κάνει ελέγχους» κατά τη θεσμική διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών, χαρακτηρίζοντας τη γνωμοδότηση Ντογιάκου ως «προειδοποίηση στα όρια της απειλής» κατά των μελών της ανεξάρτητης Αρχής.
«Δημιούργησαν ένα κλίμα διαρκώς αυξανόμενης πίεσης στις προσπάθειες να προχωρούν τα βήματα το ένα μετά το άλλα, αλλά η ΑΔΑΕ κατάφερε να μείνει όρθια, αντιστεκούμενη», συμπλήρωσε ο κ. Ράμμος, σχολιάζοντας σχετικά με τις απόπειρες παρεμπόδισης του έργου της ΑΔΑΕ: «Όταν η πολιτεία δεν σέβεται την ανεξαρτησία των αρχών, την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των μελών τους, όλα τα άλλα είναι πολυτέλειες και οι αρχές δεν είναι ανεξάρτητες. Με εκφοβισμένα μέλη και προσωπικό δεν είναι αποτελεσματικές οι αρχές. Αλλιώς λειτουργούν διακοσμητικά».
Ανάλογη στάση υιοθέτησε και ο πρόεδρος της ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) Κωνσταντίνος Μενουδάκος, ο οποίος στήριξε τα μέλη και τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ έναντι των αντιθεσμικών επιθέσεων σε βάρος τους: «Δεν μπορώ να παραλείψω να αναφερθώ, ως παράδειγμα πρωτοφανών αντιθεσμικών απειλών, στις απειλές κατά του προέδρου και μελών της ΑΔΑΕ. Είκοσι πέντε χρόνια που λειτουργούν οι ανεξάρτητες αρχές δεν έχω ξαναδεί τέτοια συμπεριφορά». Ο κ. Μενουδάκος πρόσθεσε: «Νομίζω ότι τέτοιου είδους επιθέσεις υπερβαίνουν ασφαλώς κάθε όριο κριτικής και μπορούν να ερμηνευτούν ως απειλή».
Ο κ. Ράμμος είχε αναφερθεί στη γνωμοδότηση Ντογιάκου και τις επιθέσεις σε βάρος της ΑΔΑΕ και κατά τη διάρκεια της τοποθέτησής του στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (LIBE Committee), στις 26 Οκτωβρίου 2023, υπογραμμίζοντας τις απειλές του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά των μελών της ανεξάρτητης Αρχής: «Η γνωμοδότηση συνοδευόταν από απειλές ότι αν η ΑΔΑΕ δεν συμμορφωνόταν με τη γνωμοδότηση, πιθανώς θα υφίσταντο δίωξη με κατηγορίες όπως η κατασκοπεία μέλη της διοίκησης και του προσωπικού της. Παρά ταύτα, οι έρευνες της ΑΔΑΕ είναι νόμιμες με βάση το νόμο 3115/2003, που δεν τροποποιήθηκε καθόλου από τον νόμο του 2022, στον οποίο βασίστηκε η γνωμοδότηση. Δήλωσα δημοσίως ότι αυτή η γνωμοδότηση αντίκειται στην συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ».
Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ πρόσθεσε στην ίδια τοποθέτηση σχετικά με τις απειλές σε βάρος του προσώπου του από κυβερνητικούς αξιωματούχους: «Με προσέβαλαν και με απείλησαν προσωπικά, δημοσίως και με ωμότητα, βουλευτές και αξιωματούχοι της κυβέρνησης, όταν η ΑΔΑΕ προσπάθησε να ενημερώσει τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με βάση δικό του αίτημα που εδράζεται στην κείμενη νομοθεσία (5002/2022, άρθρο 8, παράγραφος 6), να μάθει αν υπήρξαν στόχος παρακολούθησης υψηλά ιστάμενοι δημόσιοι αξιωματούχοι από την κρατική υπηρεσία πληροφοριών, την ΕΥΠ. Τελικά, εξελίξεις τις τελευταίες ημέρες ανέδειξαν τις ανησυχίες για παρεμβάσεις στην ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα».
Σε ένα Κράτος Δικαίου, οι ανεξάρτητες Αρχές θα πρέπει να μπορούν να ασκούν χωρίς προσκόμματα και παρεμβάσεις τις συνταγματικά και νομοθετικά προβλεπόμενες αρμοδιότητές τους, με σκοπό τον έλεγχο των κρατικών οργάνων, κατ’ απαίτηση των θεσμικών αντιβάρων εξουσίας (checks and balances) που προβλέπει το Σύνταγμα και ο κοινός νομοθέτης σε μια φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Ωστόσο, από τα γεγονότα της εξεταζόμενης περίπτωσης προκύπτει ότι υψηλόβαθμοι κρατικοί αξιωματούχοι (πρωθυπουργός, πρόεδρος της Βουλής, κυβερνητικός εκπρόσωπος) στράφηκαν εναντίον του προέδρου και των μελών της συνταγματικά κατοχυρωμένης ΑΔΑΕ, γεγονός που εγείρει ζήτημα παρακώλυσης του έργου και της άσκησης των αρμοδιοτήτων της ανεξάρτητης Αρχής, στο πλαίσιο της θεσμικά επιβεβλημένης διερεύνησης του σκανδάλου των υποκλοπών, όπως αυτές προβλέπονται από τον ν. 3115/2003 και, πιο συγκεκριμένα, τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 περ. α και ε.
Αριθμός Λογαριασμού: 1100 0232 0016 560
IBAN: GR56 0140 1100 1100 0232 0016 560
BIC: CRBAGRAA
Στον αγώνα μας για Λογοδοσία και Διαφάνεια, απέναντι σε οτιδήποτε υπονομεύει τις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Γιατί η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη.
Είναι στο χέρι μας να μη στεκόμαστε απαθείς ή κυνικοί.
Δες πώς μπορείς να μας βοηθήσεις, εδώ!